Η απόφαση του Βλαντιμίρ Πούτιν να αποχωρήσει ξαφνικά από τη συμφωνία για τη διευκόλυνση των εξαγωγών των σιτηρών της Ουκρανίας μέσω της Μαύρης Θάλασσας το περασμένο Σαββατοκύριακο, παραλίγο να πυροδοτήσει άλλη μια παγκόσμια επισιτιστική κρίση αφού ο ρωσικός στρατός απείλησε με μπλόκο στις μεταφορές.
Λίγες μέρες αργότερα, ωστόσο, ο Πούτιν επέστρεψε στη συμφωνία αφότου έλαβε μόνο προφορικές παραχωρήσεις, με τον πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να κομπάζει πως η προσωπική του σχέση με τον Ρώσο ηγέτη στάθηκε το κλειδί για την επαναφορά της συμφωνίας που επέτρεψε να φτάσουν στις διεθνείς αγορές περισσότεροι από εννέα εκατομμύρια τόνοι αγροτικών προϊόντων.
«(Ο Πούτιν) δεν συναινεί ώστε να ανοίξει μέσω άλλων αυτός ο διάδρομος για τις μεταφορές σιτηρών. Μαζί μου όμως, όταν του τηλεφωνώ (…) αμέσως άνοιξε τον διάδρομο» είπε ο Ερντογάν σε συνέντευξη που παραχώρησε πριν λίγες μέρες στο τουρκικό κανάλι ATV.
Επανερχόμενος στη συμφωνία, ο Πούτιν χαιρέτισε την ουδέτερη στάση του Ερντογάν και τη δέσμευσή του να βοηθήσει τις φτωχότερες χώρες. Σύμφωνα με τους αναλυτές, όμως, οι δυτικές κυρώσεις και η απομόνωση από τη διεθνή κοινότητα έχουν αναγκάσει τη Ρωσία να στηρίζεται όλο και περισσότερο στην Τουρκία. Από την εισβολή στην Ουκρανία και μετά, η Άγκυρα έχει μετατραπεί σε μια κρίσιμης σημασίας οικονομική σανίδα σωτηρίας για τη Μόσχα· όπως και ο Ερντογάν έχει προωθήσει ακόμα περισσότερο τον ρόλο του ειρηνοποιού στη σύγκρουση.
«Το ‘να χέρι νίβει τ’ άλλο. Και οι δύο ηγέτες χρειάζονται ο ένας τον άλλον» συνόψισε ο Χουσεΐν Μπαγκτσί, επικεφαλής του Ινστιτούτου Εξωτερικής Πολιτικής στην Άγκυρα.
Όπως υπενθυμίζουν οι Financial Times, η Τουρκία βοήθησε ως διαμεσολαβητής στη συμφωνία για τα σιτηρά τον Ιούλιο και καθιέρωσε ένα κέντρο κοινού συντονισμού στην Κωνσταντινούπολη με επιθεωρητές από τη Ρωσία, την Ουκρανία, τα Ηνωμένα Έθνη και την Τουρκία, οι οποίοι ελέγχουν τα πλοία από και προς τη Μαύρη Θάλασσα μέσω τουρκικών υδάτων.
Πριν λίγες μέρες, όμως, η Ρωσία εγκατέλειψε τη συμφωνία κατηγορώντας το Κίεβο ότι στοχοποιεί τον στόλο της στη Μαύρη Θάλασσα, ενώ νωρίτερα είχε κάνει λόγο για μια ουκρανική επίθεση με drones στα πολεμικά της πλοία.
Αφότου ο Πούτιν μίλησε με τον Ερντογάν έπειτα από λίγες μέρες, ο Ρώσος ηγέτης συμφώνησε σε έναν συμβιβασμό που υποστηρίχθηκε από τον ΟΗΕ και ο οποίος προβλέπει περισσότερες επιθεωρήσεις στα λιμάνια της Ουκρανίας, αλλά και στις θαλάσσιες οδούς που -σύμφωνα με τη Μόσχα- το Κίεβο χρησιμοποιεί για τρομοκρατικές επιθέσεις εναντίον της προσαρτημένης χερσονήσου της Κριμαίας. Η Ρωσία χαρακτήρισε τη συμφωνία ως «εγγυήσεις» πως η Ουκρανία δεν θα χρησιμοποιήσει τις θαλάσσιες διαδρομές για πολεμικές επιχειρήσεις. Η Ουκρανία απ’ την πλευρά της αρνείται ότι έχει προσφέρει νέες εγγυήσεις, πέραν της αρχικής συμφωνίας.
«Ο Ερντογάν πρέπει να είπε: »Βλαντιμίρ, δεν έχεις άλλο χαρτί να ρίξεις στο τραπέζι. Ή θα κοτάξεις εσύ τι κάνεις ή θα αναγκαστούμε να κάνουμε ακόμα πιο δυσάρεστα πράγματα. Και ο Ερντογάν έχει πάρα πολλά χαρτιά» είπε σύμφωνα με τους FT καλά πληροφορημένη πηγή από το περιβάλλον της συμφωνίας.
Η άνθηση που καταγράφουν αυτή τη στιγμή οι εμπορικοί δεσμοί της Τουρκίας με τη Ρωσία, ίσως έχουν εξαναγκάσει τον Πούτιν να ακούσει, επισημαίνουν αναλυτές. Η Άγκυρα έχει βαθύνει την ήδη από πριν εύρωστη εμπορική σχέση με τη Ρωσία, αφού οι εταιρείες της έσπευσαν να αναπληρώσουν το κενό που δημιούργησε η αποχώρηση των δυτικών επιχειρήσεων και με αυτό τον τρόπο έχουν αμβλύνει τον αντίκτυπο των κυρώσεων. Σύμφωνα με στοιχεία του τουρκικού υπουργείου Εμπορίου, οι εξαγωγές της χώρας στη Ρωσία σημείωσαν άλμα 86% πέρυσι τον Οκτώβριο σε 1,15 δισ. δολάρια, ενώ οι εισαγωγές από τη Ρωσία διπλασιάστηκαν και παραπάνω σε 5,03 δισ.
Η Τουρκία στο μεταξύ έλαβε φέτος από τη Ρωσία δισεκατομμύρια δολάρια σε μετρητά -μεταξύ αυτών και περίπου 10 δισ. που επενδύθηκαν σε ένα εργοστάσιο ατομικής ενέργειας. Τα ποσά αυτά βοήθησαν τη χώρα να διαχειριστεί το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών που συνεχώς μεγαλώνει.
Επίσης, περίπου το μισό φυσικό αέριο που χρησιμοποιεί η Τουρκία το εισάγει από τη Ρωσία, ενώ οι αγορές του ρωσικού αργού έχουν αυξηθεί φέτος περίπου στο 60% των συνολικών εισαγωγών, σε σύγκριση με το ναδίρ του 20% που έπιασαν πέρυσι.