Αυτή είναι η ιστορία του Τρικαλινού Έλληνα στρατιώτη, Βασίλειο Τσιαβαλιάρη, που έπεσε πρώτος στο έπος του 1940.
Από το πρωί της 28ης Οκτωβρίου 1940, μετά το «όχι» του Ιωάννη Μεταξά, η Ελλάδα μπήκε σε πόλεμο με την Ιταλία. Ένας πόλεμος που έμεινε στην ιστορία σαν Έπος. Ένας πόλεμος, στον οποίο η χώρα μας μέτρησε νεκρούς και ο πρώτος εξ αυτών ήταν ο Βασίλειος Τσιαβαλιάρης, ο οποίος… κέρδισε έτσι μια θέση στην ιστορία.
«Πριν φανεί το πρωτοχάραγμα στις 5 το πρωί της 28ης Οκτωβρίου του 1940, τα κανόνια του εχθρού άρχισαν να βροντούν και να σκορπούν φωτιά και σίδερο. Το 21ο φυλάκιο των Ελληνοαλβανικών συνόρων, στο ύψωμα Γκόλιο κοντά στην Πυρσόγιαννη ήταν ο πρώτος στόχος. Εκεί στο χαράκωμα με το οπλοπολυβόλο στο χέρι ο Βασίλειος Τσιαβαλιάρης από την Πιαλεία Τρικάλων, πέφτει νεκρός. Ήταν ο πρώτος Έλληνας στρατιώτης που θυσιάστηκε για την πατρίδα, στο έπος του ’40»…
Τα παραπάνω λόγια ανήκουν στον Γιώργο Παπαβασιλείου, πρώην σχολικός σύμβουλος Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Τρικάλων και το γεγονός ότι μίλησε ο συγκεκριμένος για τον Τσιαβαλιάρη δεν είναι τυχαίο, αφού ο πρώτος Έλληνας στρατιώτης που έχασε τη ζωή του στον πόλεμο του ’40 ήταν από τα Τρίκαλα. Ήταν, συγκεκριμένα, από την Πιαλεία, ένα χωριό των Τρικάλων στους πρόποδες του Κόζιακα. Και τα είπε αυτά τα λόγια ο Παπαβασιλείου, επειδή ήταν αυτά που του μετέφερε ο Χρήστος Αποστόλου Γιάννου, επίσης Τρικαλινός, ο οποίος υπηρετούσε στην ίδια ομάδα με τον Τσιαβαλιάρη.
Τι άνθρωπος, όμως, ήταν ο πρώτος Έλληνας νεκρός στρατιώτης στο Έπος του ’40; Σύμφωνα με όσους τον θυμούνται, ήταν πολύ εργατικός, άνθρωπος με ήθος, χαρακτήρας που αγαπούσε τις παραδόσεις, την οικογένεια, την πατρίδα. Αυτή για την οποία θα έχανε, τελικά, τη ζωή του… Και την έχασε όχι επειδή υπηρετούσε τη θητεία του εκείνη την περίοδο, είχε απολυθεί άλλωστε από τον στρατό τον Νοέμβριο του 1934, αλλά επειδή ανταποκρίθηκε άμεσα στο κάλεσμα της πατρίδας από τη στιγμή που ο πόλεμος με την Ιταλία ήταν αναπόφευκτος. Πατέρας τριών παιδιών, ο Τσιαβαλιάρης δεν το σκέφτηκε ούτε λεπτό και έφυγε αμέσως για το μέτωπο.
Εκεί, τελικά, η μοίρα δεν στάθηκε καλή μαζί του, δεν ήταν από τους τυχερούς που κατάφεραν να επιζήσουν και να επιστρέψουν στα σπίτια τους, στη ζωή τους, στα παιδιά τους. «Πάνε τα παιδούλια μου», ήταν τα τελευταία του λόγια σύμφωνα με τον Γιώργο Παπαβασιλείου, αλλά η αλήθεια είναι πως τα παιδιά του πάντα ήταν υπερήφανα για τον πατέρα τους. Για το γεγονός ότι «έζησε» έναν ένδοξο θάνατο, πολεμώντας για ένα από τα υψηλότερα ιδανικά του. Ένας θάνατος που είχε ως αποτέλεσμα το όνομά του να μείνει αθάνατο για τους συγχωριανούς του και γενικά για την περιοχή των Τρικάλων.
Εκεί όπου κάθε χρόνο, προς τιμήν του, γίνεται η γιορτή με την ονομασία «Τσιαβαλιάρεια», κατά τη διάρκεια της οποίας οι παρόντες τιμούν όχι μόνο τον συγχωριανό τους αλλά και όλους όσοι πολέμησαν στο Έπος του ’40 για την Ελλάδα.
Σήμερα, περισσότερα από 80 χρόνια μετά, τα Τρίκαλα δεν είναι, φυσικά, όπως τα άφησε ο Βασίλειος Τσιαβαλιάρης. Με τον ποταμό Ληθαίο να αποτελεί το σήμα κατατεθέν της πόλης, κόβοντάς τη στη μέση, τα Τρίκαλα είναι η πιο… έξυπνη τεχνολογικά της Ελλάδας. Η πρώτη ελληνική πόλη με ασύρματο internet για όλους, η πρώτη ελληνική πόλη με αυτόματα λεωφορεία (χωρίς οδηγό), η πόλη στην οποία η τεχνολογία συνδυάζεται τέλεια με τις παραδόσεις αλλά και με έναν πρωτοφανή -για τα ελληνικά δεδομένα- σεβασμό για τους πεζούς, αφού σε οποιαδήποτε διάβαση τα αυτοκίνητα σταματούν ακόμη κι αν έχουν πράσινο.
Και από εκεί και πέρα, με ένα ποδήλατο, μπορεί κανείς να δει μια σειρά από σημεία που δεν θα ξεχάσει γρήγορα. Όπως, για παράδειγμα, η παλιά Πόλη με τα παλιά μανάβικα, εκεί όπου μπορεί κανείς να απολαύσει τσίπουρο της περιοχής με εκπληκτικούς μεζέδες. Ή το βυζαντικό κάστρο στα βόρεια της πόλης με το εντυπωσιακό ρολόι. Ή το επιβλητικό Κουρσούμ τζαμί, δίπλα από τις παλιές φυλακές. Ή το «Μουσείο Βασίλης Τσιτσάνης», ο οποίος καταγόταν από τα Τρίκαλα.
Ενδοξος στρατιώτης που δεν δίστασε να χάσει μέχρι και τη ζωή του στη μάχη της πατρίδας του για το ΟΧΙ του Μεταξά.