Ακολουθεί αυτούσια η αληθινή ιστορία της Μάρθας για τον Σπύρο.
«Τoν γνώρισα στο facebook. Μου συνέβη κάτι που δεν εξηγείται, δεν περιγράφεται. Τον ερωτεύτηκα πριν καν τον γνωρίσω από κοντά. Μιλούσαμε σε μια ομάδα μουσικής και ύστερα οι κουβέντες μας έγιναν πιο συχνές. 3 μήνες μετά βγήκαμε. Μου είπε αμέσως ότι ήταν παντρεμένος με ένα μικρό παιδάκι και ότι στον γάμο του έμενε για το παιδί. Δεν τον πίστεψα αλλά δεν αμφέβαλλα. Ήθελα πρώτα να δω. Και είδα…
Ζήσαμε έναν μεγάλο έρωτα. Τόσο μεγάλο που μετά από δύο μήνες σχέσης, ζήτησε διαζύγιο και ήρθε να μείνουμε μαζί. Τα πράγματα δεν ήταν εύκολα παρ’ όλα αυτά, ο επόμενος χρόνος μας βρήκε πιο ευτυχισμένους και αγαπημένους από ποτέ γι’ αυτό μας έδωσε έναν καρπό. Τον γιο μας.
Έμεινα έγκυος και πετούσα από χαρά. Είχαμε σχεδιάσει να παντρευτούμε και τώρα θα κάναμε και την βάφτιση μαζί. Ετοιμαζόμασταν, είχαμε παραγγείλει τα πάντα, είχα αρχίσει να ράβω και νυφικό. Χτύπησε το τηλέφωνό μου την ώρα της πρόβας. Χτύπησε με την μηχανή μου είπαν, στην εντατική, χαροπαλεύει, έλα γρήγορα. Ασυνάρτητες λέξεις σκόρπιες δεν καταλάβαινα. Νόμιζα ότι μιλούσαν για άλλον. Έφυγε 3 μέρες μετά, αφήνοντας πίσω ένα παιδάκι και ένα μωρό.
Στην κηδεία η γυναίκα του, μου επιτέθηκε. Μου είπε ότι εγώ τον έφαγα, ότι είχε το μυαλό του στα προβλήματα που του προκάλεσα και δεν πρόσεχε στο δρόμο, ότι αν ήταν μαζί της δεν θα συνέβαιναν όλα αυτά. Μα ποιος ξέρει τη μοίρα; Κανείς. Ήξερα εγώ ότι αντί για τον γάμο μας, θα πήγαινα στην κηδεία μας; Γιατί ήταν η κηδεία και των δυο μας. Κήδευα όνειρα, κήδευα έρωτα, κήδευα ό,τι φτιάξαμε μαζί με κόπο, κήδευα εκείνον. Έγινα μονογονέας σε μια μέρα και αποδιοπομπαίος τράγος μαζί.
Έχουν περάσει λίγοι μήνες από τότε, φέτος είναι τα πρώτα Χριστούγεννα μακριά του. Δεν έχω αποφασίσει τί θα κάνω. Δεν ξέρω ακόμα τίποτα. Το μόνο που σκέφτομαι είναι ότι ίσως με τιμωρεί Ο Θεός που ¨έκλεψα¨ τον άντρα μιας άλλης γι΄αυτό και μου τον πήρε. Μετά σκέφτομαι ότι Ο Θεός δεν είναι τιμωρός και ότι απλά ήταν να γίνει. Νιώθω φοβερές ενοχές ότι εγώ ήμουν η αιτία για όλα και μετά τίποτα. Μετά πρέπει να σηκωθώ και να σταθώ στα πόδια μου για το καλό του γιου μας. Γιατί εκείνος έφυγε αλλά άφησε πίσω, το καλύτερο κομμάτι του».
Μάρθα Κ.