Στη αληθινή ιστορία που ακολουθεί βλέπουμε μια κατάθεση ψυχής της Εύας Χ. Η ίδια, αφηγείται όσα πέρασε μέχρι να καταφέρει να ξεφύγει από την ενδοοικογενειακή βία που ζούσε στο σπίτι με τη βοήθεια του εργοδότη της.
Εξομολόγηση: «Μετακόμιζα 3 μήνες τα ρούχα μου στο σπίτι του εργοδότη μου, για να γλιτώσω από τον σύζυγό μου που με χτυπούσε»
«Ήθελα να φύγω από το σπίτι όπου με χτυπούσε ο πατέρας μου κι έτσι πήρα τον πρώτο που βρήκα μπροστά μου.
Λογικό και επόμενο να με χτυπάει και ο νέος σύζυγος αφού το πρώτο πρότυπο άντρα που γνώρισα στη ζωή μου ήταν αυτό.
Απόφοιτη δημοσιογραφίας με πτυχίο και μεταπτυχιακό, 3 ξένες γλώσσες. Για οσους βιαστούν να πουν ότι είμαι χαζή ή αμόρφωτη.
Τα θύματα κακοποίησης δεν είναι χαζά ή αμόρφωτα. Παγιδευμένα στο μυαλό τους είναι.
Όπως ήμουν και εγώ.
Κάναμε δύο παιδιά. Το πρώτο μήπως άλλαζε και σταματούσε να με χτυπάει.
Το δεύτερο για να με κάνει να μην μπορώ να φύγω. Αλλά μπόρεσα.
Πριν όμως έπρεπε η κατάσταση να φτάσει στα άκρα.
Εξομολόγηση: «Με χτυπούσε με ό,τι έβρισκε μπροστά του»
Με χτυπούσε με τηγάνια, καλώδια, τραπεζάκια, κηροπήγια, ότι είχε μπροστά του. Γιατί το φαί δεν είχε αλάτι, γιατί τα παπούτσια δεν ήταν ίσια τοποθετημένα στην είσοδο, γιατί με πήρε μια συνάδελφος αργά τη νύχτα για ένα ρεπορτάζ και πίστευε οτι είχα γκόμενο, γιατί πήρε τηλέφωνο η μάνα μου και ρώτησε αν είμαστε καλά.
Να πηγαίνω για ρεπορτάζ και να βάφομαι με 4 τόνους μεικ απ να μην φαίνονται οι γρατζουνιές και οι μώλωπες κι όταν φαίνονταν να λέω ότι έπεσα απ’ τις σκάλες.
«Μα δεν έχετε σκάλες σπίτι σου, Εύα» μου είπε ο εργοδότης μου, μεγαλοδημοσιογράφος, καλή του ώρα και με κλείδωσε στο γραφείο του.
«Πες μου, μίλα μου, τι συμβαίνει σπίτι σου, θα σε σκοτώσει στο τέλος και θα μείνουν τα παιδιά σου ορφανά».
Είχε καταλάβει. Έκλαιγα με λυγμούς, για δύο ολόκληρες ώρες, έκλαιγα όλο έκλαιγα έβγαιναν από μέσα μου όλα, σαν εμετός. Του τα είπα όλα.
«Άκου, θα μετακομίζεις σιγά σιγά τα ρούχα σου και των παιδιών στο γκαράζ του σπιτιού μου, να πάρε και τα κλειδιά. Αλλά πολύ σιγά να μην σε καταλάβει. Θα κάνεις ένα τρίμηνο να τα μαζέψεις και σε αυτό το διάστημα αν νιώσεις ότι ετοιμάζεται να σε σκοτώσει πάρε με ό,τι ώρα κι αν είναι», μου είπε.
Ο άνθρωπος αυτός είχε ένα σωρό λεφτά, μια υπέροχη ευτυχισμένη οικογένεια και δεν είχε ΚΑΝΕΝΑ λόγο να με βοηθήσει. Και, όμως, το έκανε και τον ευγνωμονώ.
Γυρισα σπίτι εκείνη τη μέρα ανακουφισμένη, ο εφιάλτης μου εδειχνε να τελειώνει.
Σιγα σιγά μετέφερα τα πράγματά μας στο γκαράζ του αφεντικού μου και κάθε φορά που πήγαινα, κοιτούσα γύρω μου, μήπως με παρακολουθούσε.
Σε αυτό το διάστημα πάλι με χτυπούσε, δεν σταμάτησε, αντιθέτως, ξέφυγε. Σε έναν καυγά επάνω, πέταξε το μωρό από τον 1ο όροφο που μέναμε και, ευτυχώς, δεν έπαθε τίποτα.
Αποφάσισα να φύγω την αμέσως επόμενη μέρα, δεν είχε περάσει το τρίμηνο, αλλά αν άφηνα να περάσει μπορεί τώρα να μην ζούσαμε.
Τα μισά ρούχα τα άφησα εκεί. Πήγα στην Αστυνομία, έκανα καταγγελία. Πήρα τα παιδιά μου πήγα στο Παίδων να εξετάσουν το μωρό και αφού φύγαμε, ανέβηκα σε ένα λεωφορείο και δεν ήξερα που πάω.
Ο δρόμος με έβγαλε στον εργοδότη μου. Είχα ρεπό υποτίθεται εκείνη τη μέρα. Με είδε στην πόρτα με τα παιδιά και κατάλαβε.
Μου έδωσε τα κλειδιά του εξοχικού του. Μου είπε να κάτσω εκεί όσο θέλω και μου έδωσε άδεια ένα μήνα. Με αποδοχές.
Έπεσα στα πόδια του κλαίγοντας και μου είπε πως κάποτε και η δική του μητέρα, έφυγε κακήν κακώς από το σπίτι που την ξυλοφόρτωνε ο πατέρας του, μόνο που εκείνη δεν ήταν το ίδιο τυχερή. Την ειχαν βρει πνιγμένη και διαδόθηκε τότε στο χωριό πως την είχε πνίξει τάχα ο εραστής και ο πατέρας του ο φονιάς, είχε γλιτώσει.
Μείναμε με τα παιδιά στο εξοχικό του για ένα εξάμηνο.
Εξομολόγηση: «Διεκδίκησα μια καλύτερη ζωή για εμένα και τα παιδιά μου»
Ο πρώην σύζυγος κίνησε γη και ουρανό να μας βρει, απειλούσε απ’ ότι μάθαινα, είχε σπάσει τα πάντα μέσα στο σπίτι, φυσικά δεν συνελήφθη μετά τη μήνυση που του έκανα, γιατί όλοι αυτοί μένουν ατιμώρητοι.
Έβαλα μια καλή δικηγόρο, σήκωσα μανίκια και διεκδίκησα μια καλύτερη ζωή και τύχη για εμένα και τα παιδιά μου.
Στάθηκα τυχερή, διότι ένα μήνα πριν τη δίκη σκοτώθηκε σε τροχαίο. Δεν ξέρω πώς θα ήταν η ζωή μας αν γινόταν η δίκη και τι θα αποφάσιζε ο/η δικαστής.
Στάθηκα, όμως, και άτυχη, διότι ο εργοδότης μου πέθανε κι εκείνος λίγο καιρό πιο μετά. Στη διαθήκη του, μου άφησε το εξοχικό του.
Κάθε μέρα πάω στο μνήμα και του αφήνω ένα λουλούδι. Ευγνωμονώ Τον Θεό που τον έστειλε στον δρόμο μου και δεν τον ξεχνώ ποτέ.
Υπάρχουν και Άγιοι γύρω μας.
Να πιστεύετε!
Εύα»
Δημοσιογράφος Εύα Χ. (ψευδώνυμο), αποκλειστική μαρτυρία της στο Singleparent.gr
Πηγή: singleparent.gr