Ο Έλληνας αθλητής του επί κοντώ Εμμανουήλ Καραλής έδωσε μια αποκλειστική συνέντευξη στο Down Town και την Αμάντα Φούντη για το πρόβλημα ψυχικής υγείας που μοιράστηκε πρόσφατα στα social media, τον ρατσισμό που έχει δεχθεί, τον προπονητή που προσπάθησε να βλάψει την οικογένειά του στο παρελθόν αλλά και τις προτάσεις να αγωνιστεί για άλλη χώρα.
Μετά το Παγκόσμιο έκανες την ανάρτηση που στο αεροδρόμιο σε περίμεναν μόνο οι δικοί σου. Τέτοιες αναρτήσεις κάνουν όλο και περισσότεροι αθλητές. Γιατί είναι σημαντικό για εσάς αυτό;
Το θέμα δεν είναι ποιος θα έρθει στο αεροδρόμιο. Το θέμα είναι πως όταν φέρνεις μία επιτυχία γίνεται χαμός. Έρχονται όλοι στο αεροδρόμιο και σε έχουν σαν θεό. Αντίθετα, αν δεν κάνεις αυτό που περίμεναν τότε είσαι μόνος σου, αυτό είναι το παράπονο των αθλητών.
Σου έχει κοστίσει το ότι είσαι αληθινός και εκφράζεις πάντα αυτό που σκέφτεσαι;
Ναι, μερικές φορές μου κοστίζει, γιατί αυτό μπορεί να παρεξηγείται. Εμένα όμως με κάνει χαρούμενο, γιατί είμαι αληθινός. Στο τέλος της ημέρας νιώθω εγώ καλά που είμαι χαρούμενος και εκφραστικός και συναισθηματικός. Είναι αυτό που είμαι… Αυτός είμαι.
Σε αγχώνει το ότι κάποιοι περιμένουν την κορυφή από εσένα;
Πάντα υπάρχουν άνθρωποι που περιμένουν πράγματα. Προσωπικά δεν με αγχώνει, γιατί δεν χρωστάω τίποτα σε κανέναν και κάνω αυτό που αγαπάω. Οπότε, αν πετύχω και καταφέρω πράγματα θα είναι επειδή είμαι εγώ χαρούμενος και κάνω τη δουλειά που πρέπει.
Είσαι ο άνθρωπος που άνοιξε τον δρόμο (σ.σ: Στις 19/8 με ανάρτηση στο Instagram μίλησε για τις κρίσεις πανικού, το άγχος και την κατάθλιψη λόγω τραυματισμού και την ανάγκη να εστιάσει στην ψυχική του υγεία) και τόλμησε να αναδείξει το θέμα της ψυχικής υγείας στην Ελλάδα, το οποίο θεωρούσαν ταμπού. Πώς σε κάνει να νιώθεις αυτό;
Είμαι ένας άνθρωπος που σκέφτεται φωναχτά και εξωτερικεύω τις σκέψεις και τα συναισθήματά μου, οπότε μου φάνηκε πολύ φυσικό να μοιραστώ με τον κόσμο το πώς νιώθω. Είναι μια κατάσταση απόλυτα φυσιολογική και όλοι μπορεί να βρεθούν στη θέση αυτή. Δεν πιστεύω πως έχω ανοίξει κάποιο δρόμο, αλλά μακάρι να είμαι ένας άνθρωπος που βοήθησε στο να αλλάξουν κάποια μυαλά και αντιλήψεις. Χαίρομαι πολύ όταν ο κόσμος μπορεί να εξωτερικεύει και να λέει αυτά που νιώθει.
Ποιο είναι το συναίσθημα του ανθρώπου που είναι εξωστρεφής και ξαφνικά γυρνά ο διακόπτης; Πώς αντιλήφθηκες ότι κάτι συμβαίνει;
Στην καθημερινότητά μου έκανα ό,τι έκανα συνήθως. Τα ταξίδια και τους αγώνες μου. Απλώς, όλα ήταν σε μία πολύ πιο σκοτεινή και πολύ πιο μουντή φάση. Ήταν όλα σαν να έχω μια κουρτίνα μπροστά μου, χωρίς να βλέπω φως. Υπήρχε μια σκιά.
Που βρήκες τη δύναμη να δεις ξανά το φως μέσα στο σκοτάδι;
Εγώ τη δύναμή μου τη βρήκα έχοντας κοντά μου τους γονείς μου και τους ανθρώπους που με αγαπούν και τους αγαπώ. Αποτραβήχτηκα για λίγο από πράγματα που με πίεζαν, έδωσα χώρο σε πράγματα που απλώς ήθελα να κάνω. Αυτό ήταν κάτι που με χαλάρωσε και με έκανε να σταθώ και πάλι στα πόδια μου. Μερικές φορές είναι καλό να κάνεις ένα διάλειμμα, να βλέπεις πίσω, να ζυγίζεις τα πράγματα, να είσαι με τους ανθρώπους και την οικογένειά σου για να φορτίσεις μπαταρίες και να επιστρέψεις δυνατότερος. Επίσης, πιστεύω ότι καλό θα ήταν σε κάποιες περιπτώσεις να εμπιστευόμαστε και να ζητάμε βοήθεια από τους ειδικούς, οι οποίοι μπορούν να μας καθοδηγήσουν ώστε να ξαναβρούμε το χαμόγελό μας.
Στο παρελθόν μίλησες ανοιχτά για τον ρατσισμό που βίωσες από μικρή ηλικία. Πόσο δύσκολο ήταν αυτό;
Δυστυχώς ο ρατσισμός υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει. Για μένα είναι κάτι που έχει τελειώσει, επειδή μπόρεσα να μιλήσω γι’ αυτό. Πιστεύω ότι έδωσα δύναμη και σε άλλους ανθρώπους, εντός και εκτός αθλητισμού, να μιλήσουν και να πουν το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν. Εάν δεν το πουν, το πρόβλημα θα συνεχιστεί. Οπότε ελπίζω να έβαλα ένα μικρό λιθαράκι στο να αλλάξουν τέτοιες συμπεριφορές.
Βρήκες τη δύναμη και κατήγγειλες τη ρατσιστική επίθεση από πρώην προπονητή. Φοβήθηκες επειδή ήταν σε θέση εξουσίας μήπως βλάψει την καριέρα σου;
Ναι, η αλήθεια είναι ότι είχα φοβηθεί γιατί όλα αυτά είχαν ξεκινήσει από όταν ήμουν 15 χρονών. Σε αυτή την ηλικία, όντας ένα παιδί, δεν ένιωθα άνετα να μιλήσω γι’ αυτές τις συμπεριφορές. Μεγαλώνοντας, πέντε χρόνια μετά, στα 20 μου και μετά από ένα γεγονός που αυτός ο προπονητής πήγε να βλάψει την οικογένειά μου, είπα «αρκετά» και βρήκα το θάρρος να μιλήσω.
Πήρες την απόφαση -παρά τις πολλές προτάσεις που είχες να αγωνιστείς με άλλες χώρες- να σηκώνεις την ελληνική σημαία ψηλά. Υπήρξαν στιγμές που το μετάνιωσες;
Η αλήθεια είναι πως τα χρήματα ήταν πολλά για να πάω σε άλλες χώρες και να αγωνιστώ. Όμως, είμαι Έλληνας και νιώθω Έλληνας οπότε και όλα τα λεφτά του κόσμου να μου έδιναν δεν θα άλλαζα υπηκοότητα.