Η αληθινή ιστορία του ακραίου δολοφόνου serial killer, Τσαρλς Κάλεν, που σκότωνε τους ασθενείς τους τώρα και στο Netflix.
To Netflix με τη νέα ταινία «The Good Nurse», ξετυλίγει τη φρικιαστική ιστορία του Τσαρλς Κάλεν, ενός νοσηλευτή που φέρεται ότι σκότωσε περισσότερους από 400 ασθενείς του, από το 1988 έως και το 2003.
Γνωστός με το ψευδώνυμο «Άγγελος του Θανάτου», ο Κάλεν περνούσε για 16 σχεδόν χρόνια, απαρατήρητος από τα νοσοκομεία και τους οίκους ευγηρίας της Πενσυλβανία και του Νιου Τζέρσεϊ, που εργαζόταν και ενώ είχε κινήσει κάποιες υποψίες, κανένας από τους συναδέλφους ή τους εργοδότες του, δεν σταμάτησε τη φονική δράση του.
Ο νοσοκόμος της φρίκης με το ευγενικό χαμόγελο και το διακριτικό παρουσιαστικό, έκοβε το νήμα της ζωής των θυμάτων του, χωρίς καν να τους ακουμπήσει, αλλά βάζοντας ινσουλίνη στον ορό τους, σε μοιραία για τον οργανισμό επίπεδα. Συχνά χρησιμοποιούσε και διγοξίνη, ένα ισχυρό φάρμακο που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία καρδιακών παθήσεων.
O Τσαρλς Κάλεν ακούει την απόφαση του δικαστηρίου
Αν και υπολογίζεται πως θανάτωσε εκατοντάδες ασθενείς σε διάφορα νοσοκομεία της χώρας, ο ίδιος ομολόγησε περίπου 40 από τα εγκλήματά του και η ιστορία του, τον κατέταξε σε έναν από τους πιο «παραγωγικούς» serial killer της Αμερικής.
Η δράση του αδίστακτου δολοφόνου, ήρθε στο φως με τη συνδρομή της συναδέλφου του, Έιμι Λόγκρεν, και η σχέση των δύο νοσοκόμων, παρουσιάζεται στη νέα ταινία του Netflix, σε σκηνοθεσία του Τομπίας Λίντχολμ και με πρωταγωνιστές τους βραβευμένους με Όσκαρ Τζέσικα Τσάστεϊν και Έντι Ρέντμέϊν. Το φιλμ που έχει κερδίζει συνεχώς υψηλά νούμερα τηλεθέασης στη streaming υπηρεσία, έρχεται για να αποκαλύψει τα άγνωστα κίνητρα του Τσαρλς Κάλεν και να αποτελέσει ένα κατηγορητήριο, για το αμερικανικό σύστημα υγειονομικής περίθαλψης, που έκανε τα στραβά μάτια, ακόμα και όταν ορθώνονταν «κόκκινες σημαίες».
Ο Τσαρλς Κάλεν γεννήθηκε το 1960 και βίωσε μια τραγική παιδική ηλικία. Ο πατέρας του, ο οποίος ήταν οδηγός λεωφορείων, πέθανε πριν ο Κάλεν γίνει ενός έτους και η μητέρα του, μεγάλωσε μόνη της, τα οκτώ παιδιά της.
Οι συμμαθητές και οι φίλοι των αδερφών του, τον κορόιδευαν. Όπως περιγράφεται στα ξένα μέσα ενημέρωσης, η ζωή του υπήρξε «μίζερη» και στην ηλικία των εννέα ετών, έκανε την πρώτη του απόπειρα αυτοκτονίας.
Όταν ήταν 17 ετών, η μητέρα του σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα και εκείνος θύμωσε με το νοσοκομείο, που δεν επικοινώνησε αμέσως μαζί του, ενώ αποτέφρωσε το σώμα της, χωρίς τη συγκατάθεση της οικογένειας.
Τον καιρό εκείνο, ο νεαρός, που λίγα χρόνια αργότερα θα αποκτούσε το παρατσούκλι «Άγγελος του θανάτου», παράτησε το σχολείο και εντάχθηκε στο Ναυτικό των ΗΠΑ. Παρόλο που πέρασε τα ψυχολογικά τεστ και την εισαγωγική εκπαίδευση, μετά από λίγους μήνες τιμωρήθηκε, όταν ο επικεφαλής υπαξιωματικός, τον εντόπισε να φοράει χειρουργική μάσκα, γάντια και στολή χειρουργείου, αντί της στρατιωτικής στολής του. Μετά την επανατοποθέτησή του, ο Κάλεν προσπάθησε να αυτοκτονήσει ξανά και κρατήθηκε πολλές φορές στην ψυχιατρική πτέρυγα του Πολεμικού Ναυτικού, μέχρι που πήρε εξιτήριο το 1984.
Μετά την εγκατάλειψη του στρατού, αποφάσισε να σπουδάσει νοσηλευτική και ως φοιτητής, ψηφίστηκε και πρόεδρος τάξης. Για να χρηματοδοτήσει τις σπουδές του, εργάστηκε σε μια σειρά από franchise εστιατορίων όπου γνώρισε την Αντριάν Μπάουμ, την οποία και παντρεύτηκε το 1987, τη χρονιά της αποφοίτησής του. Το ζευγάρι απέκτησε δύο κόρες. Τα προβλήματα όμως και το άδοξο τέλος ενός φαινομενικά ευτυχισμένου γάμου, δεν άργησαν να φανούν. Η σύζυγός του, υπέβαλε αίτηση διαζυγίου και τον κατηγόρησε για ενδοοικογενειακή βία.
Οι γείτονες σε συνεντεύξεις τους στους New York Times, τον έχουν περιγράψει είτε ως μοναχικό, είτε ως έναν άνθρωπο που εκδηλώνει περίεργη συμπεριφορά: «Στη μέση της νύχτας, ήταν εκεί έξω κυνηγώντας τις γάτες, φώναζε σε αυτές και μιλούσε στον εαυτό του» είπε ένας μάρτυρας, ενώ ένας άλλος τόνισε: «Ο Κάλεν έκανε περίεργες γκριμάτσες, σαν να ήταν θυμωμένος, όταν νόμιζε ότι κανείς δεν τον κοιτούσε».
Στον απόηχο του διαζυγίου του, μυστηριώδεις θάνατοι άρχισαν να ανησυχούν τους υπεύθυνους στο νοσοκομείο που δούλευε, καθώς υγιείς ασθενείς πέθαιναν κατά τη διάρκεια της νύχτας, λόγω υπερβολικής ενδοφλέβιας χορήγησης φαρμάκων. Μετά την πρώτη αναστάτωση, ο νοσοκόμος της φρίκης ξεκίνησε να δουλεύει σε άλλο νοσοκομείο στο Philipsburg, αλλά σύντομα, νέοι ύποπτοι θάνατοι θα τον ανάγκαζαν να τραπεί για μία ακόμη φορά σε φυγή.
Κάποιες δουλειές τις παράτησε μετά από έρευνα και καταγγελίες για ανάρμοστη συμπεριφορά. Στη μια περίπτωση μια ηλικιωμένη γυναίκα παραπονέθηκε ότι έμπαινε στο δωμάτιό της και της έκανε ενέσεις, όταν δεν ήταν μέσα ο νοσοκόμος που της είχαν ορίσει. Μάλιστα είχε απολυθεί και από ένα άλλο νοσοκομείο, επειδή έκρυψε φάρμακα για την καρδιά σε κάδο, που προοριζόταν για την απόρριψη βελονών.
Ο Έντι Ρέντμεϊν ως Τσαρλς Κάλεν στο «The Good Nurse»
Από το 1993 έως το 2003, πέρασε από αρκετά νοσοκομεία, σκορπίζοντας κάθε φορά τον θάνατο. Όταν βρέθηκε στο Ιατρικό Κέντρο Σόμερσετ, μια από τις συναδέλφους του, η Έιμι Λόγκρεν, αποδείχθηκε τόσο η φίλη του, όσο και η «εχθρός» του.
Η Λόγκρεν, ήταν μία ανύπαντρη μητέρα δύο παιδιών και νοσηλεύτρια στη νυχτερινή βάρδια της ΜΕΘ του νοσοκομείου. Τα οικονομικά της βρίσκονταν σε πολύ δύσκολη κατάσταση και η ίδια ήταν απελπισμένη, παλεύοντας να συνδυάσει τη σκληρή δουλειά με την οικογένειά της που την είχε ανάγκη, χωρίς καμία βοήθεια. Αντιμετωπίζοντας ένα πρόβλημα με την καρδιά της και έχοντας ανάγκη μία εγχείρηση, είδε στο πρόσωπο του νέου της συναδέλφου, έναν από μηχανής Θεό, ο οποίος θα ερχόταν για ελαφρύνει το βαρύτατο πρόγραμμά της.
Μιλώντας στον Guardian μέσω Zoom από τη Φλόριντα, η Έιμι Λόγκρεν εξήγησε: «Ήταν ένας από τους μόνους ανθρώπους που γνώριζαν το πρόβλημα με την καρδιά μου και καταλάβαινε πραγματικά τι σήμαινε για μένα, να χάσω ημέρες από τη δουλειά μου, εάν διαπίστωνα ότι ήμουν πολύ άρρωστη για να δουλέψω. Σίγουρα με βοήθησε εκείνες τις νύχτες που δεν ήμουν σωματικά ικανή να είμαι 100% “εκεί”».
Όσον αφορά στο ενδεχόμενο να υπήρξε μεταξύ τους ερωτική έλξη, η 57χρονη σήμερα Λόγκρεν, υπήρξε κατηγορηματική: «Ο Τσάρλι γνώριζε τους περιορισμούς του. Ένας από τους λόγους που είχαμε μια τόσο βαθιά φιλία, ήταν επειδή δεν υπήρχε τίποτα από αυτά. Ήμασταν τόσο κοντά, γιατί δεν με ενόχλησε ποτέ αυτό. Ήταν τόσο γλυκός που ένιωσα αμέσως ότι έπρεπε να τον προστατέψω. Οι γνώσεις του για τα φάρμακα και για την εντατική φροντίδα, ήταν εξαιρετικές και με ελκύουν άτομα, που είναι πιο έξυπνα από εμένα. Και γελούσε με όλα τα αστεία μου. Γίναμε λοιπόν γρήγορα φίλοι» είναι μερικά από τα λόγια της νοσοκόμας για τα πρώτα λεπτά της γνωριμίας της, με τον φίλο που αργά ή γρήγορα θα εξελίσσονταν στον μεγαλύτερο εφιάλτη της.
H Έιμι Λόγκρεν, αποδείχθηκε τόσο η φίλη του, όσο και η «εχθρός» του
Όταν το κουβάρι της υπόθεσης… άρχισε να ξετυλίγεται
Στην ανακάλυψη της πιο φρικιαστικής αλήθειας, κομβικό ρόλο έπαιξε η Έιμι Λόγκρεν, η οποία παρατηρώντας τους αιφνίδιους θανάτους στο νοσοκομείο, αντιλήφθηκε τη δολοφονική δράση του φίλου και συναδέλφου της.
Ο Φλόριαν Γκαλ, ο οποίος ήταν ένας ιερέας που νοσηλευόταν στο νοσοκομείο, υπήρξε ένα από τελευταία θύματα που «έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου». Ο άνδρας έδειχνε κάποια σημάδια βελτίωσης, όμως ξαφνικά υπέστη καρδιακή προσβολή, αφήνοντας την τελευταία του πνοή. Όπως διαπιστώθηκε αργότερα, είχε στον οργανισμό του μεγάλη ποσότητα διγοξίνης και ο θάνατός του προκλήθηκε, από τη μη εγκεκριμένη δόση του φαρμάκου.
Οι ντετέκτιβ της κομητείας άρχισαν να υποψιάζονται την παράξενη δράση του Τσαρλς Κάλεν και η Λόγκρεν σε συνεργασία μαζί τους άρχισε να συλλέγει στοιχεία από το νοσοκομείο.
Το 2003 δύο ντετέκτιβ που ερευνούσαν μια σειρά από ύποπτους θανάτους ασθενών στο νοσοκομείο, ήρθαν σε επαφή με τη νοσοκόμα. Παρατηρώντας τις κινήσεις του Κάλεν, ξεκίνησε να μοιράζεται τις υποψίες και τις ανακαλύψεις της, με τις αρχές. Όμως τα στοιχεία δεν έδιναν αρκετή δύναμη στις αρχές για να τον συλλάβουν. Τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους, οι ερευνητές ζήτησαν από τη Λόγκρεν και συνάδελφο του αδίστακτου δολοφόνου να συναντηθεί μαζί του, φορώντας κοριό και προσπάθησε να τον χειραγωγήσει ελπίζοντας πως θα τον κάνει να ομολογήσει.
Ο Τσαρλς Κάλεν συνελήφθη τελικά τον μήνα που σηματοδοτεί το τέλος του έτους και δικαιολογώντας τις αποτρόπαιες πράξεις του, είπε στους ερευνητές ότι χορήγησε υπερβολικές δόσεις φαρμάκων, για να βγάλει τους «πολύ άρρωστους» ασθενείς από τη δυστυχία τους.
Μάλιστα ο δικηγόρος του δολοφόνου, χρησιμοποίησε ανάλογη υπερασπιστική γραμμή, λέγοντας στο NBC News ότι: «Τα θύματα ήταν άρρωστα και ήταν απάνθρωπο, να παρατείνεις τη διάρκεια ζωής τους».
Επιπλέον, το New York Magazine ισχυρίστηκε με δημοσίευματά του ότι οι δολοφονίες, ήταν για τον «Άγγελο του θανάτου» ο τρόπος για να απαλλαγεί από τη μιζέρια και τη δυστυχία της προσωπικής του ζωής.
Μετά τη σύλληψή του ο Κάλεν ομολόγησε αρχικά ότι δηλητηρίασε 13 ασθενείς, ενώ κατά τη διάρκεια της καταδίκης του, τον Μάρτιο του 2006, παραδέχτηκε ότι ο αριθμός άγγιζε τους 40, για να αποφύγει τη θανατική ποινή. Ωστόσο, οι αρχές πιστεύουν ότι ήταν υπεύθυνος για περισσότερους από 400 θανάτους, με τα στοιχεία όμως να μην επαρκούν έτσι ώστε να αποδειχθεί συνολικά η δράση του. Ο νοσοκόμος της φρίκης καταδικάστηκε σε 11 χρόνια κάθειρξη, χωρίς τη δυνατότητα αποφυλάκισης, καταδικασμένος να μην δει ξανά το φως του ηλίου.
Μέχρι και σήμερα παραμένει έγκλειστος στην κρατική φυλακή του Νιου Τζέρζεϊ.
Η υπόθεση σηματοδότησε μια από τις πιο διαβόητες περιπτώσεις κατά συρροή δολοφονιών στο Νιου Τζέρζεϊ. Προκάλεσε επίσης ερωτήματα σχετικά με το σύστημα που επέτρεψε στον Κάλεν, να συνεχίσει τη δράση του, ακόμη και όταν άνθρωποι πέθαναν επανειλημμένα σε απροσδόκητες συνθήκες υπό τη φροντίδα του.
Σύμφωνα με πληροφορίες του Independent, η Έιμι Λόγκρεν έχει σήμερα εγκαταλείψει τη νοσηλευτική και εργάζεται ως υπνωτίστρια, ενώ η εμπλοκή της στην υπόθεση έγινε γνωστή στο κοινό μόλις το 2013, με την έκδοση του βιβλίου του Τσαρλς Γκρέμπερ με τίτλο «The Good Nurse: A True Story of Medicine, Madness, and Murder». Όπως αναφέρεται εκείνη την εποχή, η Λόγκρεν δεν είχε πει στον Κάλεν ότι ήταν ο πληροφοριοδότης, του οποίου το έργο, οδήγησε στη σύλληψή του.
Ποιος είναι ο πραγματικός λόγος που ο Τσαρλς Κάλεν διέπραξε τις δολοφονίες
Το 2013 ο Κάλεν, παραχώρησε την πρώτη του τηλεοπτική συνέντευξη στο «60 Minutes» του CBS, όπου συζήτησε ανοιχτά τα εγκλήματα που διέπραξε: «Δούλεψα στη μονάδα εγκαυμάτων. Ήταν πολύς πόνος και ταλαιπωρία και δεν το αντιμετώπισα τόσο καλά όσο νόμιζα».
Ο Τσαρλς Κάλεν όπως ανέφερε τότε θυμόταν μόνο ένα θύμα, τον συνταξιούχο δικαστή Τζον Γιένγκο, ο οποίος πέθανε το 1988. Αν και παραδέχτηκε ότι δολοφόνησε έως και 40 ασθενείς, πρόσθεσε: «Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία. Νομίζω ότι το μόνο πράγμα που μπορώ να πω είναι ότι ένιωσα συγκλονισμένος εκείνη τη στιγμή. Πάνω κάτω ένιωθα ότι έπρεπε να το κάνω κάτι και το έκανα, και αυτό δεν είναι απάντηση σε τίποτα».
Αποκάλυψε επίσης ότι οι δολοφονίες του ήταν πράξεις ελέους: «Νόμιζα ότι οι άνθρωποι δεν θα υπέφεραν πια. Οπότε κατά μία έννοια νόμιζα ότι βοηθούσα». Παρά τους ισχυρισμούς του, μερικά από τα θύματά του δεν βρίσκονταν κοντά στο θάνατο ή δεν υπέφεραν.
Η 60χρονη Έλενορ Στόκερ, μία ασθενής με άσθμα, ανάρρωνε και δεν πονούσε, όταν ο Κάλεν της χορήγησε τη θανατηφόρα δόση διγοξίνης, ενώ όταν ο φοιτητής Μάικλ Στρένκο, ανάρρωνε ύστερα από μία χειρουργική επέμβαση, ο «Άγγελος του Θανάτου», έκοψε το νήμα της ζωής του.
Σύμφωνα με πληροφορίες της εκπομπής, ο Τσάρλς Κάλεν αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει περισσότερες από 20 φορές και βρέθηκε πολλές φορές σε ψυχιατρικά ιδρύματα πριν από τη σύλληψή του.
Ενώ πολλοί υπέθεσαν ότι ο «Άγγελος του θανάτου» διέπραξε τους φόνους, χωρίς να εγείρει καμία υποψία, ο ίδιος αποκάλυψε μέσα από την εκπομπή του CBS, ότι δύο νοσοκομεία στα οποία εργαζόταν, γνώριζαν τι έκανε: «Νομίζω ότι μπορώ να πω ότι με έπιασαν στο St. Barnabas και στο St. Luke’s. “Απλώς με έδιωξαν και έφυγα για να μην έχω άλλες συνέπειες”».
Μπορεί το κοινό να μη μάθει τους πραγματικούς λόγους, για τους οποίους ο αδίστακτος serial killer, αφαίρεσε τη ζωή από τουλάχιστον 400 ανθρώπους, όμως είναι γνωστό ότι η φυλάκισή του, τον απέτρεψε από το να συνεχίσει τη δράση του. Όταν ρωτήθηκε για τα εγκλήματά του στο «60 Minutes» εκείνος είπε: «Δεν ξέρω αν θα το είχα σταματήσει».
Ο συγγραφέας του Good Nurse, Τσαρλς Γκρέμπερ, αναφέρει στο βιβλίο για τα κίνητρα του δράστη: «Υπήρχαν μερικές διαφορετικές εκδοχές του “γιατί”. Ένα από αυτά ήταν “γιατί μπορούσε”. Ένιωθε ξεχωριστός και δυνατός. Δεν αντιλαμβάνονταν το ανθρώπινο κόστος. Ο ίδιος είπε ότι το έκανε από έλεος και από υποχρέωση στον ασθενή. Στην πραγματικότητα, αυτός ο εξαναγκασμός είχε να κάνει με τις δικές του ανάγκες και καθόλου σε σχέση με τις ανάγκες ή τις επιθυμίες των αθώων ασθενών».
Το καστ της ταινίας «The Good Nurse»
Η ταινία είναι βασισμένη στο βιβλίο του 2013 με τίτλο «The Good Nurse: A True Story of Medicine, Madness, and Murder» του δημοσιογράφου Τσαρλς Γκρέμπερ. Στο «The Good Nurse» του Netflix παρουσιάζεται η φρικαστική ιστορία, μέσα από τα μάτια της Έιμι Λόγκρεν, της γυναίκας που έκανε τα πάντα με ρίσκο τη ζωή της, για να τον ξεσκεπάσει και να τον στείλει στη φυλακή. Μάλιστα, η ίδια η νοσηλεύτρια συναντήθηκε με τους ηθοποιούς της ταινίας και τους αφηγήθηκε τη συγκλονιστική ιστορία της.
Η Τζέσικα Τσάστεϊν υποδύεται την Έιμι Λόγκρεν, μία μητέρα που μεγαλώνει μόνη της 2 παιδιά και ταυτόχρονα εργάζεται ως νοσηλεύτρια στα επείγοντα. Ο Έντι Ρέντμεϊν είναι ο Τσαρλς Κάλεν, ένας φαινομενικά ευγενικός και ήρεμος νοσηλευτής, ο οποίος κρύβει ένα δολοφονικό μυστικό. Ο Νάμντι Αζομούχα υποδύεται τον Ντάνι Μπάλντουιν, έναν εκ των δύο ντετέκτιβ της αστυνομίας, οι οποίοι έχουν βρεθεί στα ίχνη του Τσαρλς και ψάχνουν τα κατάλληλα αποδεικτικά στοιχεία για να τον συλλάβουν για τις δολοφονίες πολλών ασθενών. Ο Νόα Έμεριτς υποδύεται τον Τιμ Μπράουν, τον δεύτερο ντετέκτιβ, ο οποίος είναι πεπεισμένος για την ενοχή του Τσαρλς και θα κάνει τα πάντα για να την αποδείξει.
Πρόκειται για μια συγκλονιστική σειρά που περιγράφει την ιστορία αυτού του ψυχασθενή δολοφόνου. Όσοι έχετε Netflix μην τη χάσετε…