Ο Αλέκος Φασιανός ήταν ένας από τους σημαντικότερους και αναγνωρισμένους Έλληνες ζωγράφους. Ενώ τα έργα του κοσμούν πινακοθήκες, μουσεία και ιδιωτικές συλλογές ανά την υφήλιο (Εθνική Πινακοθήκη, Πινακοθήκη Αβέρωφ, Πινακοθήκη Δήμου Αθηναίων, Mobilier National, Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του Παρισιού, Centre Pompidou, Fondation Maeght κλπ)
Το κτίριο του Μουσείου σχεδιάστηκε από κοινού τη δεκαετία του ’90 από τον Αλέκο Φασιανό και τον Κυριάκο Κρόκο, διάσημο αρχιτέκτονα και μακροχρόνιο φίλο και συνεργάτη του καλλιτέχνη. Βρίσκεται στην αθηναϊκή περιοχή του Μεταξουργείου, στο κέντρο της πόλης. Το αρχιτεκτονικό τού ύφος και ο ρυθμός του απεικονίζουν τις αισθητικές και φιλοσοφικές αρχές που διέπουν το έργο του Αλέκου Φασιανού, καθιστώντας το ένα από τα λίγα μουσεία στα οποία η συνεργασία μεταξύ αρχιτέκτονα και καλλιτέχνη ενισχύει τον διάλογο μεταξύ των έργων και του χώρου που τα περιβάλλει. Με διεπιστημονική προσέγγιση, το μουσείο θα διοργανώνει περιοδικές εκθέσεις, συζητήσεις και ακαδημαϊκές δραστηριότητες σε συνεργασία με άλλα ιδρύματα και οργανισμούς καθώς και εκπαιδευτικά προγράμματα.
Το πατρικό σπίτι του Έλληνα ζωγράφου στο Μεταξουργείο, ανοίγει τις πόρτες του επίσημα στις 26 Απριλίου για το κοινό, έχει ήδη, όμως, ξεκινήσει τη λειτουργία του με δημιουργικές προτάσεις που απευθύνονται σε μαθητές και έδωσε μια πρώτη γεύση στο πλαίσιο του Open House Αthens.
Πρόκειται για ένα πρώην νεοκλασικό της δεκαετίας του 1930, το οποίο η μητέρα του Αλέκου Φασιανού έδωσε αντιπαροχή ώστε να γίνει πολυκατοικία. Όμως το αποτέλεσμα δεν άρεσε στον σπουδαίο ζωγράφο και έτσι μαζί με τον αρχιτέκτονα Κυριάκο Κρόκο προχώρησαν στην αναδιαμόρφωση της πολυκατοικίας.
“Όλη η οικογένεια σύσσωμη ήρθε εδώ να μείνει. To σπίτι αυτό ήταν κάποτε ένα νεοκλασικό με κεραμοσκεπή και μια εσωτερική αυλή με κόκκινα πλακάκια. Eδώ μεγάλωσε από τη φιλόλογο μητέρα του και τον μουσικό πατέρα του, έμαθε να παίζει βιολί, παρατηρούσε τους περαστικούς, όλους αυτούς που στη συνέχεια έγιναν ήρωες στα έργα του”, περιγράφει η Βικτώρια Φασιανού στο Bovary.
Ωστόσο, παρότι οι εργασίες ολοκληρώθηκαν εδώ και πολλά χρόνια, ο Aλέκος Φασιανός δεν το άνοιξε ποτέ αφήνοντας το task, όπως χαρακτηριστικά έλεγε, για τους “ιστορικούς του μέλλοντος”.
Η Βικτώρια Φασιανού εξηγεί “Το κτίριο από πάνω μέχρι κάτω είναι όλο χειροποίητο και όλοι οι όροφοι είναι επιμελημένοι από τον Φασιανό. Υπάρχει έντονη χρήση του μπετόν, που γενικά το θεωρούσαν ένα ευτελές υλικό, αλλά ο Κρόκος και ο Φασιανός πίστευαν ότι όλα τα υλικά είναι ωραία αρκεί να χρησιμοποιούνται με τον σωστό τρόπο. Χτυπητό μπετόν, εμφανές, λείο, μωσαϊκό δάπεδο terrazzo, τοιχογραφίες, πόμολα, είναι κάποια μόνο από τα χαρακτηριστικά”.
Γεννημένος το 1935 στην Αθήνα, Αλέκος Φασιανός σπούδασε βιολί στο Ωδείο Αθηνών και ζωγραφική στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών το διάστημα 1956-1960 στο εργαστήριο του Γιάννη Μόραλη. Μελέτησε την Αρχαία Ελληνική αγγειογραφία και τη Βυζαντινή εικονογραφία. Παρακολούθησε μαθήματα λιθογραφίας στην École des Βeaux-Αrts του Παρισιού, με υποτροφία της Γαλλικής κυβέρνησης (1962-1964), κοντά στους Pierre-Eugène Clairin και Georges Dayez. Το 1966 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, ενώ από το 1990 ζει και εργάζεται στο Παρίσι και στην Αθήνα. Από το 1959, έτος της πρώτης ατομικής του παρουσίασης στην Αθήνα, έχει πραγματοποιήσει περισσότερες από ογδόντα ατομικές και ομαδικές εκθέσεις σε Ελλάδα και εξωτερικό. Τό έργο του έχει παρουσιαστεί σε διεθνή μουσεία και είναι μέρος μεγάλων δημοσίων και ιδιωτικών συλλογών. Συμμετείχε σε σημαντικές εικαστικές διοργανώσεις ανά τον κόσμο όπως την Biennale της Βενετίας, Biennale Σάο Πάολο κ.α.
Σε ένα από τα δωμάτια στον κάτω όροφο περνούσαν κάποια καλώδια της ΔΕΗ και μπήκε ένας σωλήνας. Στον Aλέκο Φασιανό όμως δεν άρεσε αυτή η ατέλεια και έτσι σκέφτηκε να προσθέσει έναν δράκο να προσέχει στην αποθήκη τα έργα του!
Ο Αλέκος Φασιανός ασχολήθηκε επίσης με την χαρακτική, τον σχεδιασμό αφισών, καθώς και την σκηνογραφία, συνεργαζόμενος κυρίως με το Εθνικό Θέατρο Αθηνών (Αμερική του Κάφκα σε σκηνοθεσία Αλέξη Σολωμού, 1975, Ελένη του Ευριπίδη, 1976, Όρνιθες και Λυσιστράτη του Αριστοφάνη, 1978 κ.ά.). Ανέλαβε την εικονογράφηση αρκετών βιβλίων, στην Ελλάδα και το εξωτερικό, γνωστών ποιητών και συγγραφέων όπως του Ελύτη, του Σολωμού του Καβάφη, του Ταχτσή, του Λουις Αραγκόν του Απολλιναίρ, του Υβ Ναβάρ και πολλών άλλων. Έχει επίσης εκδώσει δικά του κείμενα, πεζά και ποιητικά. Ασχολήθηκε επίσης με την αρχιτεκτονική μελέτη και το design. Για το σύνολο της δουλειάς του έχουν γυριστεί τέσσερις ταινίες για την ελληνική και την γαλλική τηλεόραση, ενώ κυκλοφορούν μονογραφίες του, που αναφέρονται στην εικαστική παραγωγή του.
Εισάγεται στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας στο εργαστήριο του καθηγητή Γιάννη Μόραλη. Στη διάρκεια της ίδιας περιόδου, παρακολουθεί το εργαστήριο του ζωγράφου Γιάννη Τσαρούχη, του οποίου το πνεύµα λειτουργεί καταλυτικά για εκείνο του νεαρού ζωγράφου και κινητοποιεί το µελλοντικό του έργο. Οι σπουδές του ολοκληρώνονται, δέχεται την πρώτη ανάθεση από τον αρχιτέκτονα Άρη Κωνσταντινίδη, στον οποίο είχε ανατεθεί να κατασκευάσει, για ολόκληρη την Ελλάδα, τα ξενοδοχεία Ξενία – ο τουρισµός βρίσκοταν στις απαρχές του.
Ο Φασιανός συχνάζει στο καφέ brazilian, όπου συνδέεται φιλικά µε ποιητές όπως ο Οδυσσέας Ελύτης, ο Τάκης Σινόπουλος, η Ελένη Βακαλό, ο Νίκος Καρούζος, ο Μίλτος Σαχτούρης, ο Ανδρέας Εµπειρίκος, ο Κώστας Ταχτσής και ο Δηµήτρης Άναλις. Αργότερα θα εικονογραφήσει πολλές από τις συλλογές αυτών των ποιητών.
Αμέσως άρχισε να εισάγεται στην εικαστική ζωή της πρωτεύουσας. Σπουδαστής ακόμα πραγματοποιεί την πρώτη του έκθεση στην γκαλερί Α23 μαζί με τον Σταμάτη Σταματόπουλο και τον Παντελή Ξαγοράρη. Με αυτήν του την παρουσία ξεδιπλώνεται για πρώτη φορά το ποιητικό του όραμα. Ο Γ. Πετρής στην Επιθεώρηση Τέχνης επισημαίνει την σωστή χρωματική αντίληψη των έργων του. Ένα χρόνο μετά, μαζί με τον Τσαρούχη, τον Μιγάδη, τον Αργυράκη και τον Μάινα συμμετέχει σε έκθεση στην γκαλερί Κούρος με θέμα τον πόλεμο.