Η Σόνια – Σοφία Στεφανίδου γεννήθηκε στην Οδησσό το 1907 και έφυγε από τη ζωή στις 22 Αυγούστου 1990. Η Σόνια – Σοφία Στεφανίδου ήταν Ελληνίδα ηρωίδα, που κατατάχθηκε εθελοντικά στον στρατό, αρχικά ως νοσοκόμα και, στη συνέχεια, δρώντας ως πράκτορας στην κατεχόμενη Ελλάδα. Επίσης είναι η πρώτη Ελληνίδα αλεξιπτωτίστρια.
Η Στεφανίδου ήταν κόρη του ιατρού Φιλοποίμενα Στεφανίδη, ο οποίος γεννήθηκε στην Τραπεζούντα το 1873 και τιμήθηκε για την εθελοντική του προσφορά, σε πέντε μέτωπα.[3] Σε ηλικία 5 ετών, μετέβη στην Αθήνα, όπου ο πατέρας της, εθελοντικά, γίνεται ιατρός του Ελληνικού Στρατού, την περίοδο των Βαλκανικών Πολέμων. Η οικογένειά της ήρθε στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης, το 1923. Κατά την κήρυξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η Στεφανίδου, ήταν δημόσιος υπάλληλος.
Μη μπορώντας να φοιτήσει σε σχολείο, οι γονείς της φρόντισαν με επιμέλεια να τη διδάξουν, όπως έκαναν και στην αδελφή της, Έλλη. Μετά από εξετάσεις, πήρε κανονικά το απολυτήριο Γυμνασίου, στο Ηράκλειο. Κατόπιν, και αφού ήδη είχε μάθει δύο γλώσσες (γερμανικά και γαλλικά), το 1924, οι γονείς της τη στέλνουν στη Γαλλία, ώστε να συνεχίσει της σπουδές της στη γαλλική γλώσσα.
Μετά από έναν σύντομα γάμο, έφυγε από την Κρήτη, με κατεύθυνση την Αθήνα και, δίνοντας εξετάσεις στο Υπουργείο Οικονομίας, πέτυχε. Έτσι διορίστηκε, στη Διεύθυνση Στατιστικής του Υπουργείου, ως μόνιμη υπάλληλος, με τον βαθμό του Γραφέως Β.
Ακολουθώντας το παράδειγμα του πατέρα της, λίγους μήνες πριν από την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, η Σόνια γράφτηκε εθελοντικά στο Σχολείο Νοσοκόμων Παθητικής Αεράμυνας.
Αμέσως με την κήρυξη του πολέμου, ζήτησε άδεια κατάταξης σε στρατιωτική υπηρεσία καθώς, όπως έγραψε: «εθεώρησα καθήκον μου όπως και εγώ προσφέρω ότι ηδυνάμην περισσότερον, χάριν του Ιερού Αγώνος» .
Στα τέλη Νοεμβρίου 1940, παρουσιάστηκε για εκπαίδευση αδελφής νοσοκόμας στο νοσοκομείο «Ερυθρός Σταυρός» της Αθήνας. Στις 15 Ιανουαρίου 1941, με εμφανή ανυπομονησία, έστειλε επιστολή στον Υπουργό Στρατιωτικών με την οποία του ζητούσε μετάθεση στην πρώτη γραμμή!
Τελικά, στις 7 Απριλίου, την επομένη της γερμανικής επίθεσης στην Ελλάδα παρουσιάστηκε για ανάληψη υπηρεσίας στο 1ο Στρατιωτικό Νοσοκομείο Ιωαννίνων. Δεκατρείς ημέρες μετά, το 2ο Στρατιωτικό Νοσοκομείο της πόλης βομβαρδίστηκε ανηλεώς από την Ιταλική Αεροπορία. Η Σόνια έτρεξε από τους πρώτους για να βοηθήσει τους πολυάριθμους τραυματίες. Δεν δίστασε, μάλιστα, να συγκεντρώσει τα διαμελισμένα μέλη των άτυχων θυμάτων! Μετά τη συνθηκολόγηση του Ελληνικού Στρατού, επέστρεψε στην Αθήνα.
Όμως, η ζωή στην κατεχόμενη πόλη δεν της ταίριαζε. «Η θέα του αγκυλωτού σταυρού επάνω στην Ακρόπολη θανατώνει την ψυχή μου», έγραφε.
Μετά από μια Οδύσσεια δυόμισι μηνών, κατά τη διάρκεια της οποίας επέδειξε αξιοθαύμαστη τόλμη και αντοχή, κατάφερε να φθάσει στη Μέση Ανατολή.
Εκεί, ζήτησε επίμονα να καταταγεί στον Βασιλικό Ελληνικό Στρατό Μέσης Ανατολής, ο οποίος συγκροτήθηκε από τα υπολείμματα των ελληνικών μονάδων που είχαν καταφύγει στην Αίγυπτο.
Την 1η Ιουνίου 1942, κλήθηκε για υπηρεσία στο 1ο Στρατιωτικό Νοσοκομείο Αλεξάνδρειας. Ωστόσο, η υπηρεσία της νοσοκόμας δεν της αρκούσε.
Στις 8 Απριλίου 1943 ζήτησε από τον εμβρόντητο πρωθυπουργό Εμμανουήλ Τσουδερό να καταταγεί σε μονάδα καταδρομών (commando).
Παραδόξως για τα ελληνικά ήθη, το αίτημά της έγινε δεκτό και η ατρόμητη Πόντια βρέθηκε να εκπαιδεύεται από τους Βρετανούς στη συλλογή, αναφορά και ασφάλεια πληροφοριών, στην κρυπτογράφηση, στη χρήση ασυρμάτου και στην πτώση με αλεξίπτωτο! Η επίδοσή της μάλιστα, χαρακτηρίστηκε ως «υψηλού επιπέδου».
Στις 2 Ιουλίου 1943, η Στεφανίδου έπεσε με αλεξίπτωτο, ως μέλος ομάδας πρακτόρων, κοντά στη Φλώρινα, με αποστολή τη συλλογή πληροφοριών.
Μεταμφιεσμένη πότε σε ζητιάνα και πότε σε χωρική, μετέβαινε σε κατοικημένες περιοχές και μάζευε πληροφορίες, που θα ήταν δύσκολο να εντοπίσει ένας άνδρας κατάσκοπος.
Στις 2 Σεπτεμβρίου 1943, η δράση της ως κατασκόπου φάνηκε να τελειώνει άδοξα, καθώς ολόκληρη η ομάδα συνελήφθη από τους Γερμανούς.
Εντελώς ανέλπιστα όμως, ένας Γερμανός φρουρός τους βοήθησε να δραπετεύσουν! Η Σόνια κατέφυγε στην Καλαμπάκα, στην περιοχή της Νεράιδας, όπου λειτουργούσε στρατηγείο ανταρτών με Βρετανούς συνδέσμους.
Τον Δεκέμβριο του 1943, η Στεφανίδου επέστρεψε στην Αίγυπτο και κατατάχθηκε στο νεοσύστατο Εθελοντικό Στρατιωτικό Σώμα Ελληνίδων, με βαθμό αντίστοιχο του ανθυπολοχαγού.
Σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες, η Ελληνίδα πράκτορας μετέβη σε αποστολή στην Κρήτη (Ιανουάριος-Οκτώβριος 1944).
Εκεί, ήλθε σε επαφή με έναν από τους πρωτεργάτες της αντίστασης στο νησί, τον Μανώλη Μπαντουβά.
Ωστόσο, ακόμη δεν έχουμε μάθει για πιo λόγο συναντήθηκαν. Η μυστικότητα και το γεγονός ότι τα αρχεία των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών παραμένουν πεισματικά κλειστά, δεν επιτρέπουν την πλήρη εξέταση των αποστολών της.
Η αίτησή της να πολεμήσει τους Ιάπωνες
Μετά την αποχώρηση των Γερμανών από την Ελλάδα, η Στεφανίδου επέστρεψε μαζί με την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση. Τον Μάιο του 1945, ο πόλεμος στην Ευρώπη τελείωσε με την ολοκληρωτική ήττα της χιτλερικής Γερμανίας. Από τον άλλοτε παντοδύναμο Άξονα, μόνο η Ιαπωνία συνέχιζε να μάχεται. Προφανώς, ο κίνδυνος είχε γίνει δεύτερη φύση για τη Στεφανίδου.
Δεν εξηγείται αλλιώς η υποβολή αίτησής της, να ενταχθεί στον Αμερικανικό Στρατό ως αλεξιπτωτίστρια, προκειμένου να συμμετάσχει στο θέατρο επιχειρήσεων του Ειρηνικού! Η αίτησή της απορρίφθηκε. Ο πόλεμος για την Ελληνίδα κομάντο είχε τελειώσει. Τα χρόνια της ειρήνης, η Στεφανίδου εργάστηκε ως υπάλληλος του Υπουργείου Εξωτερικών, στη Διεύθυνση Εθιμοτυπίας.
Παρέμεινε σεμνή και αφανής και δεν επεδίωξε ποτέ να εξαργυρώσει την πλούσια πολεμική της δράση. Τιμήθηκε με πλήθος μεταλλίων, μεταξύ αυτών και το Χρυσούν Αριστείον Ανδρείας, την ανώτατη τιμητική διάκριση που απονέμεται σε καιρό πολέμου!
Η Σόνια – Σοφία Στεφανίδου πέθανε Αθήνα στις Αυγούστου 1990 και τελευταία της επιθυμία ήταν να ταφεί με μια απλή τελετή, φορώντας τη στρατιωτική της στολή και τα παράσημά της.