Είχε όλα τα χαρακτηριστικά του μάγκα της εποχής ο σπουδαίος και ταλαντούχος ηθοποιός Νίκος Φέρμας
Όλοι θυμόμαστε τον μάγκα του ελληνικού κινηματογράφου. Ο Νίκος Φέρμας ήταν ένας αληθινός μάγκας και στη ζωή.
Ο Νίκος Φέρμας γεννήθηκε το 1905 και έπαιξε σε πάρα πολλές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου. Καθιερώθηκε ως μπεσαλής στη μεγάλη οθόνη ενώ στην σταδιοδρομία του ήταν ένας από τους μεγάλους δευτεραγωνιστές.
Ο μοναδικός δευτερορολίστας των δεκαετιών του 1950 και του 1960 ανάγκαζε μάλιστα τις παραγωγές να καθυστερούν τα γυρίσματα τους, αν τον ήθελαν στο καστ τους. Οι τόσες κινηματογραφικές υποχρεώσεις δεν του άφηναν χρόνο.
Αυθεντικός και ειλικρινής ο Νίκος Φέρμας μεταπήδησε στην ηθοποιία σαρώνοντας θέατρο και κινηματογράφο. Είχε τεράστιες υποκριτικές ικανότητες λογού εκ των οποίων, παρέμεινε ένας χείμαρρος που ξεχείλιζε σε οθόνη και σανίδι.
Ήταν τόσο πειστικός στους ρόλους του ακριβώς γιατί ήταν έτσι και στη ζωή του. Ένας σωστός μάγκας και άρχοντας. Ήσυχος και σπάνιος επαγγελματίας, είχε το συνήθειο να καπνίζει χασίσι… παντού. Κανείς δεν είχε εξάλλου πρόβλημα με αυτό, καθώς ο Φέρμας ήταν πάντα ευχάριστος τύπος. Επιπλέον, ήταν ένας ξεχωριστός και σπάνιος συνεργάτης, πάντοτε πρόθυμος και δουλευταράς.
Ο Δημόπουλος για τον Φέρμα
Ο γνωστός σκηνοθέτης Ντίνος Δημόπουλος αφηγήθηκε την πρώτη του επεισοδιακή γνωριμία με τον Νίκο Φέρμα: «Με πλησιάζει ένας μάγκας βαρύς με το αργό λικνιστικό του περπάτημα εκείνο το πρωινό στο γύρισμα. Είναι ο Νίκος Φέρμας. Συρτή φωνή, νωθρή κίνηση, ματιά θαμπή. -Είσαι για μια τζούρα αφεντικό; -Τι τζούρα, ρωτάω παραξενεμένος. -Μια ρουφηξιά για. -Δεν καπνίζω. -Δεν είναι καπνός. Χόρτο είναι. -Τα χόρτα με πειράζουν στο στομάχι. -Τα λάχανα σε πειράζουν. Κι ετούτο δεν είναι λάχανο. Είναι ανθός. Τράβα μία και θα αρχίσεις να πετάς. Και τα πλάνα θα σου ’ρχονται το ένα μετά το άλλο σαν σύννεφα που τα κυνηγάει ο νοτιάς».
Δεν φοβόταν να παραδεχτεί δημόσια ότι κάπνιζε χασίσι
Ο Φέρμας δεν φοβόταν να παραδεχτεί δημόσια ότι φούμαρε χασίσι! Ποτέ δεν έκρυψε αυτή τη συνήθειά του, ούτε όταν μπήκε το χασίς στο στόχαστρο των διωκτικών αρχών. Όχι μόνο το απολάμβανε, αλλά σκάρωνε και φάρσες στους μη μυημένους. Ένα από τα γνωστότερα θύματα του χιούμορ του ήταν ο Σωτήρης Μουστάκας, που πρωτόβγαλτος ακόμα στο θέατρο μοιραζόταν με τον Φέρμα το ίδιο καμαρίνι. Νεαρότατος και άβγαλτος καθώς ήταν ο Μουστάκας. Απόρησε κάποια στιγμή στον Φέρμα για το περιεχόμενο του τσιγάρου του! Εισπράττοντας την απάντηση ότι ήταν φάρμακο για το στομάχι.
«Μα καλά ρε Κύπριε δεν κατάλαβες τι είναι;»
Λίγες μέρες αργότερα, κατέφθασε στο θέατρο με στομαχόπονο ο Μουστάκας και ζήτησε από τον συνάδελφό του μια τζούρα από το θεραπευτικό βοτάνι. Έκπληκτος ο Φέρμας, αντιλήφθηκε ότι ο Μουστάκας δεν είχε καταλάβει ότι κάπνιζε χασίς, όταν και γύρισε και του είπε χωρίς περιστροφές: «Μα καλά, ρε Κύπριε, δεν κατάλαβες τι είναι; Χασίσι είναι»!
Ένας μοναδικός καρατερίστας
Ένας μοναδικός καρατερίστας του ελληνικού σινεμά, ένας άνθρωπος απλός τόσο μέσα όσο και έξω από το μεγάλο πανί. Γι’ αυτό και ενσάρκωσε εξάλλου ιδανικά τους ανθρώπους της πιάτσας και του περιθωρίου, τους νταήδες, κομπιναδόρους και λαϊκούς τύπους της κοινωνίας, πάντα με την απαράμιλλη ζωντάνια και τη χαρακτηριστική πειστικότητά του…
Ποιος μπορεί να τον ξεχάσει ως αυστηρό πατέρα στον «Μπακαλόγατο», όταν γυρνά στη Μαρίκα Νέζερ και σχολιάζει τα προξενιά που εκείνη φέρνει σωρηδόν για τη μοναχοκόρη του: «Έχει όμως ο γαμπρός υπ’ όψιν του πως εμάς μας λείπουν 99 δραχμές για να βάλουμε στην μπάντα κάνα κατοστάρικο;»!
Τα πρώτα χρόνια
Το πραγματικό του όνομα ήταν Νίκος Χατζηανδρέου και γεννήθηκε το 1905 σε χωριουδάκι της Λέσβου μέσα σε φτωχή αγροτική οικογένεια. Ο μεροκαματιάρης πατέρας με το μικρό κτηματάκι πέθανε ότι ο μοναχογιός του ήταν δεν ήταν τριών ετών και μάνα και γιος εγκαταστάθηκαν τότε στη Μυτιλήνη, όπου και δούλευε οικιακή βοηθός στα αρχοντικά για να μεγαλώσει τον Νίκο.
Το σχολείο δεν το τέλειωσε μιας και η καταραμένη φτώχεια τον έβγαλε στη βιοπάλη ήδη από πολύ νωρίς. Έκανε τα πάντα, πέρασε από πάμπολλες δουλειές του ποδαριού και μέσω των διασυνδέσεων της μάνας του βρέθηκε κάποια στιγμή κλητήρας τραπεζικού υποκαταστήματος.
Παρά το γεγονός ότι η θέση ήταν πολλά υποσχόμενη και σωστό χρυσωρυχείο για τη φτωχή φαμίλια, η στολή που φορούσε ο Φέρμας με τα χρυσά κουμπιά και το πηλήκιο τού την έδινε στα νεύρα! Δεν άντεχε τη δουλοπρέπεια με την οποία τον ανάγκαζαν να φέρεται στους πελάτες. Κι έτσι τα παρατά και ψάχνει πάλι για δουλειά, καθώς φαινόταν να μη στεριώνει πουθενά.
Τον θεωρούσαν αλήτη…
Παρά το γεγονός ότι πολλοί τον θεωρούσαν αλήτη στην τοπική κοινωνία, ο Φέρμας είχε πάντα αγάπη για το θέατρο και τα «καλλιτεχνικά», όπως έλεγε, αν και δεν είχε εμπλακεί μέχρι τότε σε καμιά τέτοια δραστηριότητα. Αν και η μοίρα θα του χτυπούσε σύντομα την πόρτα…
Ο Φέρμας ηθοποιός
Είμαστε στα 1923, όταν η Μικρασιατική Καταστροφή αποβιβάζει στη Μυτιλήνη τον γνωστό ηθοποιό της εποχής Δημήτρη Βερώνη, ο οποίος ξεριζώθηκε από τον τόπο του και έψαχνε πια δουλειά στη Λέσβο. Μην έχοντας τι να κάνει, συγκροτεί τον δικό του θίασο από ντόπιους ερασιτέχνες που «τα έλεγαν» και αρχίζει να δίνει παραστάσεις στο νησί. Αυτός θα ανακαλύψει τον Φέρμα και το υποκριτικό του ταλέντο, καθώς ο βετεράνος ηθοποιός είχε τον τρόπο του να ξετρυπώνει τα φιντάνια. Ο Βερώνης ήταν αυτός που σκαρφίστηκε το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο «Φέρμας», όταν σιγουρεύτηκε ότι ο 18χρονος νεαρός είχε το μικρόβιο της υποκριτικής.
«Θα λέγεσαι Φέρμας…»
«-Πώς σε λένε;», τον ρώτησε ο Βερώνης, «-Νίκο Χατζηανδρέου. -Νίκο Χατζηανδρέου; Αυτό το όνομα, παιδί μου, είναι ακατάλληλο για το θέατρο. Θα το αλλάξουμε». Κι αφού σκέφτηκε λίγο, αποφάνθηκε τελικά: «-Θα λέγεσαι Φέρμας. Νίκος Φέρμας. Σ’ αρέσει;». Αδιάφορος ο φέρελπις ηθοποιός για το νέο του όνομα, δεν έφερε καμία αντίρρηση. Αν και έμελλε να καθιερωθεί σε λίγα χρόνια τόσο στο σανίδι όσο και το πανί με το ψευδώνυμο που δέχτηκε απρόθυμα και χωρίς δεύτερη σκέψη.
Το περιοδεύον μπουλούκι του Βερώνη έδωσε αρκετές παραστάσεις στη Μυτιλήνη και ο Φέρμας ανδρώθηκε υποκριτικά δίπλα στον μέντορά του. Κι έτσι, όταν διαλύθηκε ο θίασος και πιστεύοντας πια στις ικανότητές του, κατέβηκε στην Αθήνα για να κυνηγήσει το όνειρο της ηθοποιίας, σε πείσμα όλων!
Στη Δραματική Σχολή του Ελληνικού Ωδείου
Μέσα σε δύο χρόνια, θα βρεθεί να σπουδάζει στη Δραματική Σχολή του Ελληνικού Ωδείου. Παίζοντας στο αισχύλειο θεατρικό «Επτά επί Θήβας» στο νεοσύστατο Θέατρο Τέχνης του Σπύρου Μελά. Αφού πήρε μέρος σε όλες τις παραστάσεις των επόμενων σεζόν, δίπλα στα μεγαλύτερα ονόματα της εποχής. Είχε γίνε αργά αλλά σταθερά αναπόσπαστο μέλος της αθηναϊκής θεατρικής σκηνής.
Δίπλα στους μεγάλους της εποχής
Εμφανίστηκε δίπλα στους Χορν, Αυλωνίτη, Κωνσταντάρα, Χατζηχρήστο, Φωτόπουλο, Λαμπέτη, Βουγιουκλάκη, Καρέζη και τους άλλους μεγάλους πρωταγωνιστές της εποχής και όλοι είχαν να πουν έναν καλό λόγο για εκείνον.
Η φιλία με τον Χατζηχρήστο
Με τον Χατζηχρήστο συνδέονταν με βαθιά φιλία και ο Φέρμας ήταν βασικός συνεργάτης του, καθώς κανείς δεν ενσάρκωνε καλύτερα τον τύπο του απλού λαϊκού ανθρώπου. Ο Φέρμας διακρίθηκε κυρίως σε έργα πρόζας αλλά και στη μεγάλη επιθεώρηση του καιρού.
Καριέρα στο σινεμά
Μποέμ από τους λίγους, ο Φέρμας έγινε βασικό μέλος των συντροφιών που περνούσαν τα βράδια τους με κρασί και λογοτεχνικές συζητήσεις. Αποτελούνταν από ποιητές, πεζογράφους και ηθοποιούς. Έχοντας κάνει ήδη όνομα στο θεατρικό σανίδι.
Το κινηματογραφικό ντεμπούτο
Ο Φέρμας κάνει το ντεμπούτο του το 1948, όντας πια 43 ετών, στο φιλμ του Σακελλάριου «Οι Γερμανοί Ξανάρχονται», και δεν φεύγει ποτέ από τα κινηματογραφικά πράγματα, μέχρι το 1972, όταν θα τον προλάβαινε αναπάντεχα ο θάνατος. Ο μεγάλος δευτερορολίστας πήρε μέρος σε αμέτρητες κυριολεκτικά ταινίες.
Οι ρόλοι του που άφησαν εποχή
«Ένας ήρωας με παντούφλες», «Λατέρνα φτώχεια και γαρύφαλλο», «Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος», «Ποτέ την Κυριακή», «Καλώς ήλθε το δολάριο», «Λόλα», «Πολυτεχνίτης και ερημοσπίτης», «Η χαρτοπαίχτρα», «Της κακομοίρας», «Ανθισμένη αμυγδαλιά», «Όσα κρύβει η νύχτα», «Ο παπατρέχας», «Τρεις κούκλες κι εγώ» κ.ά.
Είκοσι χρόνια κινηματογραφικής καριέρας
Ο Φέρμας έπαιξε τα πάντα και τα έπαιξε με τον χαρακτηριστικό του τρόπο, από δράματα μέχρι και κωμωδίες, με την ίδια απροσχημάτιστη απλότητα που διακρίνει τους πραγματικά μεγάλους. Μέσα σε είκοσι χρόνια κινηματογραφικής καριέρας, πρόλαβε να ερμηνεύσει πλήθος ρόλων και τύπων και να μας χαρίσει αξιομνημόνευτες ατάκες που όλοι θυμόμαστε.
Ο γάμος με την ηθοποιό Άννα Παντζίκα
Ο Φέρμας είχε ανέβει καλλιτεχνικά και τα είχε πράγματι καταφέρει. Παρόλα αυτά στεκόταν απέναντι στη ζωή και την επιτυχία με μια επιβλητική αδιαφορία που έκανε σε όλους εντύπωση. Ο ηθοποιός παντρεύτηκε με την ηθοποιό Άννα Παντζίκα, με την οποία έμειναν μαζί μέχρι τον θάνατό του. Αποτελούσαν ένα από τα πιο πετυχημένα ζευγάρια της ελληνικής showbiz.
Θρυλείται ότι στον γάμο του Φέρμα ο Αλέκος Σακελάριος, για να του κάνει πλάκα, έβαλε χασίσι μέσα στο θυμιατό του παπά! Αποτέλεσμα ήταν πολλοί από τους καλεσμένους να ζαλιστούν! Αλλά και ο θιασάρχης Βασίλης Μπουρνέλης κάθε φορά που περνούσε έξω από το καμαρίνι του συνήθιζε να τον πειράζει. Του έλεγε «Αγιασμό έχουμε πάλι σήμερα;».
Αυτή ήταν η ζωή του Νίκου Φέρμα. Ήταν ένας άνθρωπος που αντιμετώπισε τη ζωή με το χιούμορ. Έφυγε ξαφνικά στα 66 του χρόνια στις 14 Αυγούστου 1972, όταν τον πρόδωσε η καρδιά του.