Αδιαμφισβήτα, η Αλίκη Βουγιουκλάκη και η Τζένη Καρέζη υπήρξαν δύο από τις πιο καταξιωμένες ηθοποιούς που πέρασαν από την Ελλάδα. Μία σπάνια φωτογραφία των δύο σπουδαίων κυριών του ελληνικού κινηματογράφου και του θεάτρου φέρνει μέσα από τον συλλεκτικό του λογαριασμό στο instagram ο Αρης Λουπάσης.
Στην ασπρόμαυρη φωτογραφία από το 1981, βλέπουμε τις δύο ηθοποιούς, μαζί με τους δύο γιους τους, Γιάννη Παπαμιχαήλ και Κωνσταντίνο Καζάκο, να παρακολουθούν παράσταση στο Ηρώδειο. Οι δυο γυναίκες υπήρξαν πολύ καλές φίλες, με βίους παράλληλους, παρόλο που ο Τύπος της εποχής τις ήθελε “εχθρούς”.
Η Αλίκη Βουγιουκλάκη με την Τζένη Καρέζη και τους γιους τους Γιάννη και Κων/νο τον Σεπτέμβριο του 1981 στο Ηρώδειο για να παρακολουθήσουν την παράσταση που ανεβάζει ο Ρούντολφ Νουρέγιεφ με το Μπαλέτο της Κρατικής Όπερας της Βιέννης και με τα έργα “Η λίμνη των κύκνων” και “Ωραία κοιμωμένη”.
Ο μεγαλύτερος χορευτής όλων των εποχών θα αποθεωθεί στον ιστορικό αυτό χώρο αρκετές φορές προσφέροντας στο κοινό κάθε φορά μαγευτικές παραστάσεις που άφησαν εποχή. Η πρώτη εμφάνιση γίνεται το 1963 με την θρυλική πρίμα μπαλαρίνα Μαργκότ Φοντέϊν, για να ακολουθήσει τρία χρόνια αργότερα με το Βασιλικό Μπαλέτο του Λονδίνου και με την ίδια παρτενέρ, άλλη μία συγκλονιστική εμφάνιση στα έργα “Ρωμαίος και Ιουλιέτα”, “Μπαγιαντέρα” και “Δάφνις και Χλόη”.
Το 1979 ανεβάζει με το Μπαλέτο της Αυστραλίας τον “Δον Κιχώτη” όπου δεν χορεύει ο ίδιος αλλά υπογράφει την χορογραφία. Ένα χρόνο μετά την εμφάνιση του τον Σεπτέμβριο του 1981, επιστέφει με το Μπαλέτο της Όπερας της Ζυρίχης και το 1984 με το αντίστοιχο του Παρισιού που αποτελεί και την τελευταία του εμφάνιση ως χορευτής. Το 1989 έρχεται και πάλι ως χορογράφος στην “Λίμνη των κύκνων” και για τελευταία φορά το 1991 ως Διευθυντής Ορχήστρας της Βιέννης, φοβερά αδυνατισμένος καθώς έχει προσβληθεί από την γνωστή ασθένεια της εποχής. Η Αλίκη και η Τζένη βρίσκονται στην πιο ώριμη καλλιτεχνικά περίοδο της ζωής τους όπου αφοσιώνονται στο θέατρο που υπήρξε και η μεγαλύτερη αγάπη τους, απολαμβάνοντας η μία την συντροφιά της άλλης μακριά από ανταγωνισμούς και αντιπαλότητες και με κοινή βάση την εκτίμηση και τον αμοιβαίο θαυμασμό.
Η όποια κατά καιρούς σύγκριση τους υπήρξε πραγματικά άστοχη καθώς η κάθε μία διέθετε την δική της χάρη και την δική της μοναδικότητα, αντιπροσωπεύοντας διαφορετικό τύπο γυναίκας αλλά με κοινό στοιχείο το μεγάλο ταλέντο και μια λάμψη και ακτινοβολία που δεν ξεπεράστηκε ποτέ. Η αδιάκοπη λατρεία του κοινού στο πρόσωπο τους μέχρι και σήμερα τρεις δεκαετίες μετά το “φευγιό” τους, αποτελεί ένα πρωτοφανές γεγονός στα ελληνικά καλλιτεχνικά χρονικά, καταδεικνύοντας και το μεγαλείο τους.