Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 95 ετών η Γιώτα Γιάννα, μια θρυλική μορφή της ελληνικής μουσικής, η τραγουδίστρια με τη φυσαρμόνικα… Η αντισυμβατική Γιώτα Γιάννα τραγούδησε με τις μεγαλύτερες φωνές της ελληνικής δισκογραφίας και δούλεψε σε όλα τα νυχτερινά κέντρα.
Τη θλιβερή είδηση έκανε γνωστή μέσω ανάρτησής της στο facebook, η τραγουδίστρια Πέννυ Ξενάκη.
Έχει τραγουδήσει σε κέντρα της Αθήνας ερμηνεύοντας κομμάτια που έγιναν γνωστά από άλλους μεγάλους Έλληνες τραγουδιστές όπως η Μαρινέλλα, ο Πουλόπουλος, ο Νταλάρας, η Δούκισσα, ο Βοσκόπουλος και άλλων.
Γεννήθηκε και μεγάλωσε απέναντι από την Αγία Τριάδα των Αμπελοκήπων. Η μάνα της Μικρασιάτισσα, πέθανε νωρίς και εκείνη μεγάλωσε με τον πατέρα της, ο οποίος ήταν ταξιτζής.
Ξεκίνησε παίζοντας φυσαρμόνικα δίπλα στη Σοφία Βέμπο. Μέχρι τα ογδόντα της δεν είχε κυκλοφορήσει δίσκο αλλά ήταν πολύ γνωστή, κυρίως στο Αθηναϊκό κοινό, από τις εμφανίσεις της στα μουσικά μαγαζιά της Πλάκας και σε Νυχτερινά Κέντρα της Εθνικής οδού.
Την έχουν χαρακτηρίσει «η Ελληνίδα Τζάνις Τζόπλιν», «η Πασιονάρια της Εθνικής οδού» (κατά τον Μάνο Χατζιδάκι), ερμηνεύτρια που «αρπάζει το τραγούδι απʼ τα μαλλιά και το κάνει ολοδικό της» (σύμφωνα με τη Λένα Πλάτωνος).
Η ίδια είχε πει: «Πολλές φορές άνθρωποι μου χτυπούσαν τον ώμο για να γυρίσω, να δημιουργήσουμε μαζί κάτι καλύτερο για την καριέρα μου, γιατί θα μπορούσα να έχω καριέρα, κι εγώ άνοιγα χώρο να περάσουν. Και συνέχιζα το δρόμο μου. Ήμουν σε άλλο φεγγάρι»
Όταν χαιρέτησε την Αρλέτα στο πρώτο νεκροταφείο, έβγαλε τη φυσαρμόνικα και άρχισε να παίζει το «Πόσο Λυπάμαι» που πρώτη ερμήνευσε η Βέμπο.
Κυκλοφορεί χωρίς αυτοκίνητο. Ποτέ της δεν οδήγησε. Κυρίως με ποδήλατο κυκλοφορεί. και με ταξί. Αλλά και με τα μέσα μεταφοράς. Οι ταξιτζήδες τη γνωρίζουν και τη φωνάζουν: «Γεια σου, Γιωτάρα».
Σε μία από τις συνεντεύξεις της είχε πει πως αποφεύγει να πατάει ακόμα και τα φύλλα. «Το φθινόπωρο που πέφτουν τα φύλλα, δεν πατάω ποτέ μου ούτε ένα. Δεν ξέρεις τι μπορεί να κρύβουν». Παραδέχτηκε όμως ότι την «πάτησαν». Οι άλλοι. Ότι πληγώθηκε πολύ επαγγελματικά.
Κάποια στιγμή, η Μαλβίνα Κάραλη είχε πει για εκείνη: «Ποια είναι αυτή με το σκαμμένο πρόσωπο και με αυτή τη φωνή; Μέσα σε αυτές τις ρυτίδες είναι όλη της η ζωή». Τη φράση αυτή την επικαλείται συχνά σε κουβέντες ή συνεντεύξεις της.
Ήταν πάντα αδύνατη. Δεν τρώει κρέας παρά μόνο σαλάτες, λαδερά και τυρί.
Δεν καπνίζει. Δεν είναι καπνίστρια. Είναι η ταμπακιέρα και η μάρκα του αδερφού της του Δημήτρη που δεν αποχωρίζεται ποτέ. Βάζει το τσιγάρο στο στόμα κάνει την κίνηση κι αν ανάψει τσιγάρο, δεν πάω τον καπνό κάτω.
Το 1974 έχασε τον αδερφό της στην Κύπρο. Ήταν 19 χρονών. Μπήκε στη μάχη και δεν επέστρεψε ποτέ.
Ποτέ της δεν επιδίωξε να γίνει «πρώτο βιολί». Αυτό υποστηρίζει η ίδια. Και η λέξη καριέρα δεν την εκφράζει. Εκείνη διάλεγε πάντα το χαλκό αντί για το χρυσό. Όπως είχε πει σε συνέντευξή της στην ΕΡΤ «Ο χαλκός έχει πιο σκληρό κράμα».