Ο Δημήτρης Τόφαλος ή «θηριώδης άνθρωπος» όπως είναι επίσης γνωστός, γεννήθηκε στην Πάτρα, το 1884 και έχει μείνει στην ιστορία ως Έλληνας αθλητής της άρσης βαρών και χρυσός Ολυμπιονίκης στην Μεσολυμπιάδα του 1906 στην Αθήνα. Συχνά, χρησιμοποιούμε τη λέξη «τόφαλος» για να περιγράψουμε με χιούμορ έναν εξαιρετικά ογκώδη άνθρωπο, η λέξη, αυτή όμως κρύβει πίσω της μια αξιοθαύμαστη ιστορία που αξίζει να γνωρίζουμε όλοι οι Έλληνες.
Πατέρας του Δημήτρη ήταν ο Σπυρίδων Τόφαλος, ιδιοκτήτης φορτηγίδων και έμπορος σταφίδας, που κατάγονταν από τη Ζάκυνθο, μητέρα του η Διονυσία Τόφαλου και είχε δύο μικρότερα αδέλφια, τον Διονύσιο και την Ιωάννα, τα οποία σκοτώθηκαν το 1940, στον βομβαρδισμό των Πατρών από τους Ιταλούς. Ανάδοχος του ήταν ο Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος, μετέπειτα στρατηγός και αυλάρχης του Βασιλέως Γεωργίου Α’.
Προτού γίνει 10 ετών, η ρόδα μιας άμαξας, που την έσερνε ένα αφηνιασμένο άλογο, του συνέτριψε το χέρι και οι γιατροί αποφάσισαν να του το κόψουν. Η σθεναρή άρνηση του πατέρα του και η συνεχής προσπάθεια του ίδιου, που γύμναζε τα χέρα του κωπηλατώντας καθημερινά και σηκώνοντας βάρη από τις ζυγαριές στην αποθήκη του πατέρα του, τον βοήθησαν να ξεπεράσει σε μεγάλο βαθμό το πρόβλημά του.
Όμως, στην υπόλοιπη ζωή του τον χαρακτήριζε η μερική του αναπηρία, καθώς το ένα χέρι του έμεινε μικρότερο. Το καλοκαίρι του 1895 πέφτοντας με αυτοθυσία στη θάλασσα, γλύτωσε από πνιγμό τον γιο του Γενικού Προξένου της Αγγλίας στην Πάτρα, που είχε ξεφύγει από την επιτήρηση της παιδαγωγού του. Το Φθινόπωρο του 1912, που κηρύχθηκε επιστράτευση, επέστρεψε στην Ελλάδα και υπηρέτησε ως επίστρατος για διάστημα 24 μηνών και τον Μάρτιο του 1914, επέστρεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής.
Το 1899, σε ηλικία 15 ετών, γράφεται στην Γ.Ε. Πατρών, τη σημερινή Παναχαϊκή Γ.Ε. Πέτυχε αμέτρητες νίκες στην άρση βαρών και έγινε διάσημος στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Πάμπολλες φορές πρωταθλητής Ελλάδος και πρώτος με παγκόσμιο ρεκόρ στην μεσολυμπιάδα του 1906 στην Αθήνα. Το ρεκόρ που κατέρριψε ήταν δικό του από το 1904. Δεν ευτύχησε να λάβει μέρος στην Ολυμπιάδα του 1904 στο Σαιντ Λούις, καθώς αρρώστησε, κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, και αναγκάστηκε να νοσηλευτεί σε νοσοκομείο στην Αμβέρσα του Βελγίου. Μέγιστη ατυχία, αν αναλογιστεί κανείς πως για να πραγματοποιήσει το ταξίδι έγινε έρανος, ώστε να συγκεντρωθεί το ποσό που χρειαζόταν, το οποίο ήταν υπέρογκο για την εποχή. Το 1908, το πρόγραμμα των αγώνων, δυστυχώς, δεν συμπεριλάμβανε πια την άρση βαρών.
Το 1906, μετά το τέλος της μεσολυμπιάδας, κατά την επιστροφή του στην Πάτρα, οι Πατρινοί του επιφύλαξαν πρωτοφανή υποδοχή, με αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό, ότι στον σταθμό τον περίμεναν 6.000 περίπου φίλαθλοι. Το παγκόσμιο ρεκόρ του διατηρήθηκε μέχρι το 1914. Αργότερα έφυγε για την Αμερική, όπου έκανε μεγάλη καριέρα σαν αθλητής της ελευθέρας πάλης (κατς), ενώ έκανε και καριέρα τενόρου. Το 1952, διάσημος, πλέον, επέστρεψε στην πόλη της Πάτρας, όπου έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του.
Είχε κατακτήσει 140 έπαθλα στην άρση βαρών και 251 στην ελευθέρα πάλη (κατς). Στην Αμερική διετέλεσε μάνατζερ και προπονητής του Τζιμ Λόντου και πρόεδρος του ελληνικού συλλόγου «Ερμής Νέας Υόρκης». Η Πάτρα τον τίμησε δίνοντας το όνομά του σε οδό της πόλης, αλλά και στο Κλειστό Γυμναστήριο στη συνοικία Προάστιο (Μποζαΐτικα) της Πάτρας.
Το τέλος του Δημήτρη Τόφαλου
Το 1966 πεθαίνει στην γενέτειρά του την Πάτρα σε ηλικία 82 ετών από πνευμονικό οίδημα ο Δημήτρης Τόφαλος. Υπήρξε χρυσός Ολυμπιονίκης στην άρση βαρών το 1906 στη Μεσολυμπιάδα της Αθήνας, πολυνίκης στην Αμερική στην ελεύθερη πάλη, δηλαδή στο κάτς, με 251 μετάλλια, και επίσης προπονητής του γνωστού παλαιστή Τζιμ Λόντος.
Κηδεύτηκε και τάφηκε σε τάφο της οικογένειας Τόφαλου στο Α’ Νεκροταφείο Πατρών.