Το 2019, το World Wide Fund for Nature (WWF) χρηματοδότησε μια έρευνα από μια ομάδα του Πανεπιστημίου του Νιούκαστλ στην Αυστραλία με στόχο την καταγραφή της ποσότητας μικροπλαστικών που καταναλώνουν οι άνθρωποι από τα φαγητά. Στη συνέχεια, το WWF προσέλαβε τον Dahlberg ως σύμβουλο για τη μετατροπή αυτής της έρευνας σε μια έκθεση που επισημαίνει τους κινδύνους των μικροπλαστικών στο περιβάλλον. Το κύριο συμπέρασμα αυτής της έκθεσης, το οποίο επαναλαμβάνεται από ειδησεογραφικά πρακτορεία παγκοσμίως, είναι ότι ο μέσος άνθρωπος καταναλώνει περίπου 5 γραμμάρια μικροπλαστικών εβδομαδιαίως, περίπου το μέγεθος μιας πιστωτικής κάρτας.
Αν και η αρχική μελέτη του Πανεπιστημίου του Newcastle έχει διαψευστεί από τότε, με άλλες ερευνητικές ομάδες να έχουν δημοσιεύσει καλύτερες μελέτες που καταλήγουν σε πολύ χαμηλότερα ποσοστά, μόνο και μόνο η ιδέα ότι καταναλώνουμε πλαστικό, άθελά μας, πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψιν μας.
Τα πλαστικά παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στη βιομηχανία των φαγητών, με εφαρμογές που κυμαίνονται από τη συσκευασία έως τον εξοπλισμό που χρησιμοποιείται στην επεξεργασία τροφίμων. Ωστόσο, ορισμένοι τύποι πλαστικών περιέχουν χημικές ουσίες που μπορούν να διαρρεύσουν στα τρόφιμα, ιδίως όταν εκείνα εκτίθενται σε ιδιαίτερες καταστάσεις. Κατά την επεξεργασία τροφίμων, πιο συγκεκριμένα, ουσίες μπορούν να περάσουν από πλαστικά υλικά στα τρόφιμα μέσω μιας διαδικασίας που ονομάζεται μετανάστευση. Παράγοντες όπως η θερμοκρασία, η οξύτητα και ο χρόνος επαφής μπορούν να επηρεάσουν τον ρυθμό μετανάστευσης, οδηγώντας σε πιθανή μόλυνση των τροφίμων.
Αναλυτικότερα, οι πλαστικοποιητές – οι πιο συνηθισμένοι από τους οποίους ονομάζονται φθαλικοί εστέρες – χρησιμοποιούνται για να κάνουν το πλαστικό πιο εύκαμπτο και πιο ανθεκτικό. Χρησιμοποιούνται τόσο ευρέως που εμφανίζονται στο εσωτερικό σχεδόν όλων μας, μαζί με άλλες χημικές ουσίες που βρίσκονται στο πλαστικό, συμπεριλαμβανομένων των δισφαινολών, όπως η BPA. Και οι δύο τύποι χημικών ουσιών, που έχουν συνδεθεί με έναν μακρύ κατάλογο προβλημάτων υγείας, ακόμη και σε πολύ χαμηλά επίπεδα, μπορούν να εισέλθουν στα τρόφιμά μας από το πλαστικό των σωλήνων, των ιμάντων μεταφοράς και των γαντιών που χρησιμοποιούνται κατά την επεξεργασία των τροφίμων, και μπορούν ακόμη και να εισέλθουν απευθείας στο κρέας και τα προϊόντα μέσω μολυσμένου νερού και εδάφους.
Ενώ λοιπόν όλα αυτά τα μικροπλαστικά έχουν βρεθεί στον ανθρώπινο πνεύμονα, στους ιστούς του μητρικού και εμβρυϊκού πλακούντα, στο ανθρώπινο μητρικό γάλα και στο ανθρώπινο αίμα, μέχρι πρόσφατα υπήρχαν πολύ λίγες έρευνες για το πώς αυτά τα πολυμερή επηρεάζουν τα όργανα και τις λειτουργίες του σώματος. Μια μελέτη του Μαρτίου 2024 όμως, διαπίστωσε ότι οι άνθρωποι με μικροπλαστικά ή νανοπλαστικά στις αρτηρίες του λαιμού είχαν διπλάσιες πιθανότητες να πάθουν καρδιακή προσβολή, εγκεφαλικό επεισόδιο ή να πεθάνουν από οποιαδήποτε αιτία μέσα στα επόμενα τρία χρόνια από ό,τι οι άνθρωποι που δεν είχαν κανένα. Τα νανοπλαστικά μάλιστα, είναι ο πιο ανησυχητικός τύπος πλαστικής ρύπανσης για την ανθρώπινη υγεία, σύμφωνα με τους ειδικούς, καθώς τα μικροσκοπικά σωματίδια τους μπορούν να εισχωρήσουν σε μεμονωμένα κύτταρα και ιστούς σε σημαντικά όργανά μας, διακόπτοντας ενδεχομένως τις κυτταρικές διεργασίες και εναποθέτοντας χημικές ουσίες που διαταράσσουν το ενδοκρινικό μας σύστημα.
Το 90% των δειγμάτων ζωικών και φυτικών πρωτεϊνών βρέθηκαν θετικά σε μικροπλαστικά, δηλαδή μικροσκοπικά θραύσματα πολυμερών που μπορεί να κυμαίνονται από λιγότερο από 5 έως 1 χιλιοστά, σύμφωνα με μελέτη του Φεβρουαρίου 2024. Ακόμα και οι χορτοφάγοι δεν μπορούν να ξεφύγουν από αυτή την «πλαστική διατροφή», καθώς σύμφωνα με μελέτη του 2021, εάν το πλαστικό είναι αρκετά μικρό, τα φρούτα και τα λαχανικά μπορούν να το απορροφήσουν μέσω του ριζικού τους συστήματος και να μεταφέρουν αυτά τα χημικά κομμάτια στους μίσχους, τα φύλλα, τους σπόρους και τους καρπούς του φυτού.
Τα φαγητά που φαίνεται σύμφωνα με τις μελέτες όμως να έχουν την περισσότερη συγκέντρωση τέτοιων βλαβερών ουσιών είναι:
• οι παναρισμένες γαρίδες, οι οποίες περιείχαν μακράν τα περισσότερα μικροσκοπικά πλαστικά, με πολύ περισσότερα από 300 μικροπλαστικά κομμάτια κατά μέσο όρο ανά μερίδα.
• τα φυτικά nuggets, με λιγότερο από 100 κομμάτια ανά μερίδα
• τα nuggets κοτόπουλου
• τα στικς ψαριού
• οι επεξεργασμένες γαρίδες του Λευκού Κόλπου
• οι ροζ γαρίδες φρέσκιας αλίευσης Key West
• τα μήλα και τα καρότα, τα οποία ήταν τα πιο μολυσμένα φρούτα και λαχανικά, αντίστοιχα, με πάνω από 100.000 μικροπλαστικά ανά γραμμάριο.
• το ρύζι, με τρία έως τέσσερα χιλιοστόγραμμα πλαστικού για κάθε 100 γραμμάρια (1/2 φλιτζάνι) που τρώμε οι άνθρωποι
• το χοντρό ροζ αλάτι Ιμαλαΐων που εξορύσσεται από το έδαφος είχε επίσης πολλά μικροπλαστικά, ακολουθούμενο από το μαύρο αλάτι και το θαλάσσιο αλάτι
• τα φακελάκια τσαγιού, πολλά από τα οποία είναι κατασκευασμένα από πλαστικό, μπορούν να απελευθερώσουν τεράστιες ποσότητες πλαστικού
• το εμφιαλωμένο νερό, ένα λίτρο του οποίου περιείχε κατά μέσο όρο 240.000 πλαστικά σωματίδια από επτά τύπους πλαστικών
Οι λιγότερο μολυσμένες πρωτεΐνες ήταν τα στήθη κοτόπουλου, ακολουθούμενες από τα χοιρινά φιλέτα και το τόφου.
Περισσότερες Ειδήσεις σήμερα
Έκανε χειραψία με εργαζόμενη, σκούπισε τα χέρια του: Ο Κασσελάκης εξηγεί τι ακριβώς συνέβη
Μοναδική ψυχούλα: Ορφανό αρκουδάκι βρήκε καταφύγιο σε αυλή σπιτιού στην Κοζάνη
Ζωζώ Σαπουντζάκη: Απαντά για 1η φορά για την πώληση του σπιτιού της