Ένα άρθρο του «Guardian» έγινε viral, καθώς φιλοξενεί την αληθινή μαρτυρία μιας πενηντάχρονης γυναίκας που είδε, από έναν φαινομενικά αθώο πονόδοντο, να καταστρέφεται η υγεία της. Το 2019 η Keren Levy ήταν μια γυναίκα «πιο υγιής στα 52 της από ό,τι στα 32 της» όπως θυμάται, η οποία απολάμβανε να ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο, να κάνει ορειβασία στο Κιλιμάντζαρο, να εξερευνά τα Γκαλαπάγκος και να κολυμπάει τα καλοκαίρια στο Αιγαίο, για να επιστρέφει το χειμώνα στο Λονδίνο και να περνάει τον ελεύθερο χρόνο της με γεύματα με φίλους και shopping.
Την άνοιξη εκείνης της χρονιάς, η μητέρα της διαγνώστηκε με καρκίνο σε τερματικό στάδιο και η Keren, καταρρακωμένη, άρχισε να αναζητά παρηγοριά σε γλυκά, ενώ ταυτόχρονα αμελούσε τη στοματική υγιεινή της. Δεν της έκανε εντύπωση λοιπόν όταν ένιωσε πόνο σε έναν τραπεζίτη στην αριστερή πλευρά του στόματός της. Μια ακτινογραφία σε οδοντίατρο δεν έδειξε τίποτα. Όμως τρεις εβδομάδες αργότερα, ο πόνος είχε επιδεινωθεί και δεν σταματούσε ποτέ.
«Μέχρι το τέλος του Ιανουαρίου της επόμενης χρονιάς, ο πόνος ήταν ανυπόφορος, τα ούλα μου είχαν χλομιάσει και έμοιαζαν να έχουν στερέψει από αίμα. Ένα γειτονικό δόντι επίσης είχε αρχίσει να πονάει. Αυτές οι σωματικές αλλαγές, με τον πόνο που ολοένα αυξανόταν, με ανησύχησαν» θυμάται και προσθέτει:
«Μετά το θάνατο της μητέρας μου, την επόμενη ημέρα, πήγα σε άλλον οδοντίατρο. Ήταν το τελευταίο πράγμα που ήθελα να κάνω, αλλά ανησυχούσα. Μια ακόμα ακτινογραφία δεν έδειξε τίποτα. Απελπισμένη, του είπα ότι δεν με ένοιαζε η ακτινογραφία. Ένιωθα μια φοβερή γεύση σαπίλας στο στόμα μου. Το ήξερα ότι το δόντι μου είχε νεκρωθεί. Παρακάλεσα τον οδοντίατρο να μου κάνει απονεύρωση ή εξαγωγή. Αρνήθηκε, καθώς δεν είχε κανένα χειροπιαστό σημάδι νέκρωσης του δοντιού. Αντιθέτως, με παρέπεμψε σε παθολόγο, υπονοώντας ότι οφειλόταν στο πένθος μου, ένα επιχείρημα που είναι αδύνατον να καταρρίψεις.
»Μέχρι τις αρχές του Φεβρουαρίου, ο πόνος σε γειτονικό δόντι συνοδεύτηκε από έκκριση υγρού. Τα ούλα μου παρέμεναν χλωμά. Το αριστερό μου μάγουλο κοκκίνισε και αναπτύχθηκε μια κρούστα στο δέρμα στην άκρη του αριστερού ματιού μου. Το σώμα μου ούρλιαζε λοίμωξη. Ο οδοντίατρός μου ήταν αδιάλλακτος. Επέμενε ότι το γεγονός πως πονούσαν πολλά δόντια ταυτόχρονα σήμαινε ότι δεν μπορούσε να “επικεντρωθεί” σε ένα δόντι. Του είπα ότι το γεγονός πως για μήνες πονούσε ο τραπεζίτης μου έκανε το ζήτημα πιο επιτακτικό. Τον παρακάλεσα να κάνει κάτι, αναφερόμενη στα ούλα μου. “Τα ούλα μπορεί να είναι χλωμά” μού απάντησε εκείνος. Του είπα ότι τα δικά μου δεν ήταν μέχρι να ξεκινήσει ο πόνος. Του ξεκαθάρισα ότι αν δεν έκανε κάτι, θα κατέληγα με πολλά νεκρωμένα δόντια και κατεστραμμένη την υγεία μου».
Τον Μάρτιο του 2020 ήρθε το lockdown της πανδημίας και οι οδοντίατροι δέχονταν μόνο επείγοντα περιστατικά. Όλοι ζητούσαν από την Keren τις ακτινογραφίες που είχε κάνει, που δεν έδειχναν κάτι σοβαρό. Την παρέπεμψαν σε γναθοχειρουργό και πήγε εκεί μόνο επειδή ήξερε ότι δεν είχε άλλη επιλογή.
Ο ένας γιατρός άρχισε να την παραπέμπει στον άλλον και η μία λανθασμένη διάγνωση να διαδέχεται την άλλη. Της χορηγήθηκαν παυσίπονα και αντικαταθλιπτικά φάρμακα για τρεις μήνες. «Είναι φοβερό να μην έχεις καμία επιλογή για την υγεία σου όταν αυτή υπάρχει. Απεγνωσμένη, πήρα τα χάπια γνωρίζοντας ότι κανένα δεν αντιμετωπίζει λοιμώξεις. Όταν το είπα σε έναν γιατρό διαδικτυακά, μου συνέστησε να διπλασιάσω τη δόση τους».
Η τσίχλα χωρίς ζάχαρη έγινε ο μόνος τρόπος με τον οποίο μπορούσε να μειώσει τη γεύση του σάπιου που προερχόταν από τα δόντια της. Κάποια έγιναν σκούρα κίτρινα. Ο πρώτος γιατρός δέχτηκε να της κάνει απονεύρωση στο πρώτο δόντι.
Τελικά, απευθύνθηκε σε έναν οδοντίατρο που ανακάλυψε ότι η καταστροφή ήταν τόσο εκτεταμένη, που χρειάστηκε να κάνει δώδεκα απονευρώσεις σε ισάριθμα δόντια. Όπως της είπε, η μόλυνση είχε πυροδοτήσει μια αντίδραση σε ολόκληρο τον οργανισμό της, που είχε επηρεάσει όλα τα δόντια, τα κόκαλα, ακόμα και το δέρμα της. Είχε αποκτήσει σκολίωση, τενοντίτιδες και άλλα ορθοπεδικά προβλήματα, ευαισθησία στον ήλιο και διάφορες φλεγμονές στο σώμα. Πλέον κούτσαινε και δεν μπορούσε να κολυμπήσει.
Όταν απευθύνθηκε ξανά στον πρώτο οδοντίατρο, της είπε ότι η ακτινογραφία «δεν δικαιολογούσε» μια απονεύρωση σύμφωνα με τους βρετανικούς κανονισμούς. Ο ίδιος μάλιστα είχε ιατρείο και στην Αθήνα και πρόσθεσε ότι αν βρισκόταν εκεί, θα προχωρούσε κανονικά με την απονεύρωση του αρχικού δοντιού. Αυτή η Keren δεν το γνώριζε εξαρχής. «Έμαθα ότι οι ακτινογραφίες δεν απεικονίζουν πάντα τα προβλήματα στα δόντια. Στην περίπτωσή μου αυτό ήταν καταστροφικό, αλλά δεν θα έπρεπε να είχε φτάσει σε σημείο να γίνει. Είναι επικίνδυνη η ιδέα ότι δεν δικαιολογείται να εξετάζεις εσωτερικά το δόντι ενώ ο πόνος επιδεινώνεται και συνοδεύεται από γεύση σάπιου στο στόμα. Όλα τα συμπτώματα έδειχναν μόλυνση».
Όπως προσθέτει η ίδια: «Δύο χρόνια μετά την πρώτη λανθασμένη διάγνωση, δεν έχω ποιότητα ζωής και πονάω διαρκώς. Παρόλο που δεν με πονούν τα δόντια μου λόγω των απονευρώσεων, όταν τις έκανα ήταν πλέον πολύ αργά για να αντιστραφούν οι συνέπειες στο υπόλοιπο σώμα μου. Δεν μπορώ να εργαστώ πλέον και έχω γίνει αγνώριστη. Με πονάει να βλέπω τα πρόσωπα των πρώην συναδέλφων μου. Κάποιες φορές η συγκρατημένη ευγένεια των φίλων μου είναι ακόμα χειρότερη. […]
»Πολλοί από εσάς θα γνωρίζετε κάποιον που η υγεία του επηρεάστηκε από τον υπερβολικό ζήλο κάποιου οδοντιάτρου. Αλλά πρέπει να δώσουμε την ίδια προσοχή και στην αποτυχία της θεραπείας εκεί όπου η θεραπεία είναι αναγκαία. Βλέπω στα όνειρά μου τον πρώτο οδοντίατρο, μέχρι το τρίτο ραντεβού, να κάνει το μοναδικό λογικό πράγμα και να εξετάζει το εσωτερικό του δοντιού μου, σώζοντάς με από ό,τι ακολούθησε. Όσα μού συνέβησαν θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί αν κάποιος με είχε ακούσει με προσοχή και είχε αναλάβει τις απαραίτητες δράσεις».