Η πλήρης άρση του εμπάργκο στις πωλήσεις αμερικανικών όπλων στην Κύπρο, εκτός από τον σημαντικό πολιτικό συμβολισμό της, έχει και μια ουσιαστική διάσταση για την άμυνά της μεγαλονήσου.
Δεν σημαίνει βεβαίως πως αύριο η Εθνική Φρουρά της Κύπρου, θα σπεύσει να προμηθευτεί αμερικανικό οπλισμό, αλλά θα μπορεί να προμηθεύεται στρατιωτικό υλικό, όχι μόνο από τις ΗΠΑ, αλλά και από τις υπόλοιπες χώρες μέλη του ΝΑΤΟ και συμμάχους των ΗΠΑ, που μέχρι σήμερα κρατούσαν κλειστές τις πόρτες της αμυντικής τους βιομηχανίας.
Την ίδια στιγμή, έχει αρχίσει η «απορωσοποίηση» του οπλοστασίου της Εθνικής Φρουράς, καθώς τα οπλικά συστήματα που αγοράστηκαν, κυρίως τις δεκαετίες του ’80 και ’90, είναι παλαιάς τεχνολογίας και η συντήρησή τους λόγω των κυρώσεων είναι σχεδόν αδύνατη. Εκτός αυτού, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, έχει καταδείξει πως τα ρωσικά όπλα, δεν είναι και ιδιαιτέρως αποτελεσματικά απέναντι σε σύγχρονα δυτικά, τα οποία έχουν παραχωρηθεί στο Κίεβο και χρησιμοποιούνται στα πεδία των μαχών.
Μήνυμα στην Άγκυρα
Σε πολιτικό επίπεδο, η άρση του εμπάργκο από τις ΗΠΑ αποτελεί ένδειξη προθέσεων των ΗΠΑ σε σχέση με τον γεωπολιτικό έλεγχο της Ανατολικής Μεσογείου, αλλά και απάντηση στην Τουρκία για την ενίσχυση των σχέσεών της με τη Μόσχα. Όπως ανέφεραν διπλωματικές πηγές στη Λευκωσία, οι ΗΠΑ δεν θεωρούν την Τουρκία αξιόπιστο εταίρο και αυτό εξηγεί την αναβάθμιση του ρόλου της Ελλάδας με τις βάσεις στην Αλεξανδρούπολη και τη Σούδα. Τα ίδια μηνύματα στέλνουν, η άρση του εμπάργκο αλλά και η αναβάθμιση των ελληνικών F-16 και η συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα των F-35, την ώρα που η Τουρκία τέθηκε εκτός.
Οι ίδιες πηγές βάζουν στην εξίσωση και τη σχέση που έχουν δημιουργήσει η Κύπρος και η Ελλάδα με τις χώρες της περιοχής, και κυρίως με το Ισραήλ, γεγονός που συμβάλλει στην αρχιτεκτονική ασφάλειας της περιοχής και στην πολιτική απεξάρτησης από τους ρωσικούς φυσικούς πόρους. Η συμμετοχή του αμερικάνικου πετρελαϊκού κολοσσού ExxonMobil, στις έρευνες που γίνονται στη κυπριακή ΑΟΖ, καθιστούν τη Κύπρο μια από τις σημαντικές χώρες για τα συμφέροντα των ΗΠΑ, κάτι που καθιστά αδιανόητη τη διατήρηση της ρωσικής επιρροής.
Σημαντικό ρόλο στην τελική απόφαση των ΗΠΑ για την Κύπρο έπαιξε η συμμόρφωση της Λευκωσίας με τους όρους του νόμου Μενέντεζ – Ρούμπιο, κυρίως σε ό,τι αφορά την απαγόρευση ελλιμενισμού ρωσικών πλοίων στα κυπριακά λιμάνια, αλλά και την τήρηση των κυρώσεων λόγω της εισβολής στην Ουκρανία. Στο ίδιο πλαίσιο λήφθηκε υπόψη ότι η Τουρκία όχι μόνο δεν μετέχει ως χώρα του ΝΑΤΟ στις κυρώσεις, αλλά λειτουργεί και ως τρύπα για παραβίασή τους από τη Ρωσία.
Ένα άλλο στοιχείο επίσης καθοριστικό ήταν και ο τερματισμός λειτουργίας των εταιρειών-κελύφη που είχαν δημιουργήσει οι Ρώσοι στην Κύπρο επιτρέποντας τη διακίνηση μεγάλων ποσών και το ξέπλυμα βρόμικου χρήματος, που σε κάποιες περιπτώσεις είχε χρησιμοποιηθεί για παρεμβάσεις στα εσωτερικά πράγματα Τρίτων Χωρών, ακόμη και στις ίδιες τις ΗΠΑ κατά τις εκλογές του 2016.
Η αξιολόγηση της Κύπρου θα γίνεται ετησίως και έτσι οι όροι που πρέπει να τηρούνται θα βρίσκονται συνεχώς σε ισχύ.
Απορωσοποίηση και ελικόπτερα Mi-35
Το αμερικανικό εμπάργκο, εκ των πραγμάτων είχε στρέψει την Εθνική Φρουρά της Κύπρου στη ρωσική πολεμική βιομηχανία, για την εξασφάλιση οπλικών συστημάτων. Στο πλαίσιο αυτό, η Κύπρος είχε αποκτήσει και τους πυραύλους S-300, οι οποίοι τελικώς κατέληξαν στην Κρήτη και δεν εγκαταστάθηκαν ποτέ στην Κύπρο.
Ωστόσο, ο βασικός οπλισμός της Εθνικής Φρουράς είναι ρωσικός και αυτός σταδιακά θα πρέπει να αντικατασταθεί με σύγχρονο δυτικό.
Το πρώτο βήμα γίνεται με τη συμφωνία για πώληση των ρωσικών επιθετικών ελικοπτέρων Mi-35 στη Σερβία και την αγορά γαλλικών μαχητικών ελικοπτέρων της εταιρείας Airbus Helicopters. Οι Σέρβοι οι οποίοι δεν συμμετέχουν στις κυρώσεις κατά της Ρωσίας έχουν πρόσβαση σε ανταλλακτικά και σε προσωπικό συντήρησης από τη Ρωσία, ενώ οι Κύπρος κάποιες φορές καταφεύγει σε αφαίρεση εξαρτημάτων από ένα ελικόπτερο για να συντηρήσει τα υπόλοιπα.
Σοβαρό πρόβλημα αποτελούν για τη κυπριακή άμυνα και τα ρωσικά άρματα μάχης Τ-80U, τα οποία πλέον δεν μπορούν να συντηρηθούν επαρκώς και η τεχνολογία τους θεωρείται ξεπερασμένη. Πληροφορίες που είχαν διαρρεύσει στο παρελθόν έκαναν λόγο για επίδειξη ενδιαφέροντος μίσθωσης γερμανικών αρμάτων Leopard τα οποία κατασκευάζονται από την εταιρεία Krauss-Maffei Wegmann. Η μίσθωση θα αφορούσε πλεονάσματα της Ελλάδας και της Ισπανίας. Στρατιωτικές πηγές ανέφεραν πως στην Κύπρο θα μπορούσε να δοθεί μια επιλαρχία 40 αναβαθμισμένων αρμάτων Leopard 2A7+ καθώς η Τουρκία διαθέτει επίσης Leopard στην κατεχόμενη Κυθρέα. Τα τουρκικά άρματα είναι υποδεέστερα (2Α4).
Οι ίδιες πηγές δεν απέκλειαν το ενδεχόμενο άρματα Leopard να έρθουν στην Κύπρο ως υλικό της ΕΛΔΥΚ προς αντικατάσταση των πεπαλαιωμένων Μ48. Μέχρι πρόσφατα οι ΗΠΑ αντιδρούσαν στην μεταφορά αμερικανικού οπλισμού από την Ελλάδα στη Κύπρο, παρά το ότι ο οπλισμός που διαθέτει ο τουρκικός στρατός κατοχής είναι κατά το μεγαλύτερο ποσοστό του αμερικανικός.
Η Εθνική Φρουρας διαθέτει επίσης ρωσικά ΤΟΜΑ (Τεθωρακισμένα Οχήματα Μάχης) BMP-3, τα οποία έχουν συμπληρώσει μεγάλο μέρος του κύκλου ζωής τους και οι μάχες στην Ουκρανία απέδειξαν πως έχουν σημαντικά προβλήματα απέναντι στα δυτικά αντιαρματικά, λόγω του τρόπου αποθήκευσης των πυρομαχικών μέσα στο όχημα. Η Λευκωσία έχει απορρίψει το ενδεχόμενο μεταφοράς BMP-3 στην Ουκρανία, αλλά επιθυμεί τη σταδιακή αντικατάστασή τους καθώς όπως και τα άρματα Τ-80U είναι δύσκολο να συντηρηθούν αφού δεν μπορούν να εξασφαλιστούν ανταλλακτικά από τη Ρωσία.
Αντιαεροπορική ομπρέλα
Η Κύπρος και σε αυτόν τον τομέα είναι εξοπλισμένη με ρωσικά συστήματα. Πρόκειται για αντιαεροπορικά μικρού βεληνεκούς TOR-M1 και μέσου βεληνεκούς BUK M1-2. Η αντικατάστασή τους δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση, καθώς η αγορά νέων συστημάτων απαιτεί τεράστιο κόστος. Τα δύο αυτά συστήματα όπως έχει καταδειχθεί και από τις κοινές ασκήσεις της Εθνικής Φρουράς με την Πολεμική Αεροπορία του Ισραήλ ανταποκρίνονται επαρκώς, αλλά δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα μπορούσαν να καλύψουν τις ανάγκες της Κύπρου σε περίπτωση που αναβαθμιστούν στο μέλλον τα τουρκικά F-16. Σε κάθε περίπτωση και αυτά τα συστήματα θα πρέπει να αντικατασταθούν. Ήδη έχουν γίνει προκαταρκτικές συζητήσεις με το Ισραήλ για αγορά του υπερσύγχρονου συστήματος Iron Dome και μετά την άρση του αμερικανικού εμπάργκο αναμένεται να ξεκινήσει διαπραγμάτευση.
Έγινε Τούρκος ο Τατάρ
Η απόφαση για άρση του αμερικανικού εμπάργκο αιφνιδίασε τη Τουρκία και το ψευδοκράτος. Ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Ερσίν Τατάρ δήλωσε ότι η άρση του εμπάργκο πώλησης όπλων από τις ΗΠΑ θα προκαλέσει μεγάλες εντάσεις στην Κύπρο και την περιοχή και δεν θα συμβάλει στη λύση του Κυπριακού.
«Ενώ η ελληνοκυπριακή διοίκηση της νότιας Κύπρου (Κυπριακή Δημοκρατία) συνεχίζει τις εντατικές εξοπλιστικές της δραστηριότητες κατά της τδβκ (ψευδοκράτος) και της Τουρκίας, την οποία θεωρεί εχθρό, η απόφαση των ΗΠΑ να άρουν το εμπάργκο όπλων στη νότια Κύπρο είναι απαράδεκτη και την καταδικάζουμε έντονα», είπε ο Τατάρ.
Ισχυρίστηκε ότι την ώρα που η «τδβκ και η Τουρκία διατηρούν τη θετική τους στάση απέναντι στη λύση του Κυπριακού, αυτή η απόφαση των ΗΠΑ δεν θα συμβάλει στη λύση του Κυπριακού και θα ενθαρρύνει περαιτέρω την ελληνοκυπριακή διοίκηση, η οποία διατηρεί μια ασυμβίβαστη στάση και θα προκαλέσει μεγάλες εντάσεις στην Κύπρο και την περιοχή».
Χαρακτήρισε ιδιαίτερα αξιοσημείωτη την περίοδο κατά την οποία λήφθηκε αυτή η απόφαση των ΗΠΑ, την ώρα που, όπως ισχυρίστηκε «η Ελλάδα αυτές τις ημέρες ενέτεινε την προκλητική και επιθετική της στάση απέναντι στην Τουρκία» λίγο πριν από την 77η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, που θα ξεκινήσει αύριο.
«Αυτή η απόφαση, εκτός από τη δημιουργία μιας επικίνδυνης κλιμάκωσης στην Κύπρο και την περιοχή και μια νέα περιοχή έντασης μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας, μπορεί επίσης να αποτελέσει κίνδυνο για αντιπαράθεση των δύο μελών του ΝΑΤΟ. Δίδοντας δύναμη στην κυπριακή διοίκηση με την απόφαση που έλαβαν οι ΗΠΑ, αναμένεται ότι η νότια Κύπρος θα εντείνει τους εξοπλισμούς και την δημιουργία εντάσεων και η τδβκ θα λάβει τα απαραίτητα μέτρα».
Υποστήριξε ακόμη ότι η αμερικανική απόφαση «δείχνει για άλλη μια φορά πόσο ορθή είναι η θέση ότι δεν μπορούμε να εγκαταλείψουμε την αποτελεσματική εγγύηση της μητέρας πατρίδας Τουρκίας και του τουρκικού στρατού».
Καλούμε, κατέληξε, τις ΗΠΑ να αναθεωρήσουν αυτήν την απόφαση και να τηρούν μια ισορροπημένη πολιτική έναντι των δύο πλευρών στην Κύπρο.
Εξάλλου, σε γραπτή του δήλωση το λεγόμενο «υπουργείο εξωτερικών» του ψευδοκράτους αναφέρει ότι ο επί δεκαετίες περιορισμός πωλήσεων όπλων που επιβλήθηκε από τις ΗΠΑ ήρθη εν μέρει το 2020 και το ίδιο συνέβη το 2021 και ότι ανακοινώθηκε από την Κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών στις 16 Σεπτεμβρίου 2022 ότι λαμβάνεται νέα απόφαση για να καταστεί δυνατή η πλήρης άρση των περιορισμών πώλησης όπλων προς την ελληνοκυπριακή πλευρά.
Αυτή η απόφαση, προστίθεται, κλιμακώνει την ένταση στο νησί και την περιοχή και είναι απαράδεκτη.
Η απόφαση της Κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών, αναφέρει, να επιτρέψει τις πωλήσεις όπλων προς την «ελληνοκυπριακή διοίκηση δείχνει ξεκάθαρα ότι οι στρατιωτικές και εξοπλιστικές δραστηριότητες της ελληνοκυπριακής πλευράς, που έχουν φτάσει σε ανησυχητικό επίπεδο πρόσφατα, παραβλέπονται».
Σε μια περίοδο, συνεχίζει, «που η ελληνοκυπριακή πλευρά έχει υπογράψει συμφωνία για την αγορά επιθετικών ελικοπτέρων με τη Γαλλία και επιταχύνει τις προσπάθειές της για προμήθεια πυραυλικών συστημάτων και ραντάρ μαζί με στρατιωτικό εξοπλισμό, η δήλωση των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής για άρση του εμπάργκο πώλησης όπλων προκαλεί ανησυχία».
Προσθέτει ότι «είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς την ειλικρίνεια των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής όταν αποφάσισαν να εξοπλίσουν την ελληνοκυπριακή πλευρά, ενώ από την άλλη ισχυρίζονται ότι θα υποστηρίξουν μια συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών στο νησί και τη διατήρηση της σταθερότητας στην περιοχή».
Ισχυρίζεται ακόμη ότι είναι προφανής ο στόχος των όπλων και του εξοπλισμού που θα πωληθούν και προσθέτει ότι «επομένως, η συνέχιση της αποτελεσματικής και πραγματικής εγγύησης της Τουρκίας βάσει της Συνθήκης Εγγυήσεων, δεν είναι καθόλου αμφισβητήσιμη και προφανώς ζωτικής σημασίας περισσότερο από ποτέ».
«Αξίζει να τονιστεί, για άλλη μια φορά, ότι αναμένουμε από όλα τα τρίτα μέρη, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, να άρουν την υποστήριξή τους στις προκλητικές δραστηριότητες της ελληνοκυπριακής πλευράς και να βοηθήσουν τα δύο κράτη στο νησί να καταλήξουν σε μια βιώσιμη συμφωνία που θα είναι στη βάση της κυρίαρχης ισότητας και του ισότιμου διεθνούς καθεστώτος τους» καταλήγει.