Τελικά δεν είναι οι απογευματινές ώρες κατάλληλες για την εξοικονόμηση ενέργειας κατά 5%.
Σύμφωνα με την Πρόταση Κανονισμού για παρεμβάσεις στην Ενέργεια, που έθεσε η Κομισιόν ενώπιον των κρατών- μελών, ως ώρες αιχμές δεν ορίζονται αυτές που υπάρχει η μεγαλύτερη ζήτηση για ρεύμα, αλλά αυτές όπου η χονδρική τιμή του ρεύματος αναμένεται να είναι υψηλότερη.
Συγκεκριμένα, όπως σημειώνει χαρακτηριστικά η Πρόταση Κανονισμού στο 2ο άρθρο, «ώρες τιμολογιακής αιχμής είναι: οι ώρες της ημέρας κατά τις οποίες οι τιμές χονδρικής πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας επόμενης ημέρας αναμένεται να είναι οι υψηλότερες, με βάση τις προβλέψεις των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς και των ορισθέντων διαχειριστών της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας”.
Αν λάμβανε κανείς υπόψιν τη ζήτηση για ρεύμα, με βάση τα στοιχεία του ΑΔΜΗΕ, θα κατέληγε στο συμπέρασμα ότι οι ώρες αιχμής είναι από τις 7 το απόγευμα και μετά, με κορύφωση στις 9 το βράδυ. Τα δεδομένα αλλάζουν αν ληφθεί υπόψιν ο ορισμός της Κομισιόν.
Ποιες ώρες καταγράφονται οι υψηλότερες τιμές
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Χρηματιστηρίου Ενέργειας, οι υψηλότερες τιμές καταγράφονται στο δίωρο 7 με 9 το πρωί- σήμερα για παράδειγμα κυμαίνονται μεταξύ 461- 470 ευρώ έναντι μέσης τιμής 376 ευρώ- ενώ ελαφρώς χαμηλότερα κινούνται οι τιμές στο διάστημα 7 με 9 το βράδυ. Και στις δύο αυτές ζώνες το μεγαλύτερο μερίδιο στο ενεργειακό μίγμα καταλαμβάνει το φυσικό αέριο και οι εισαγωγές ενέργειας. Σε κάθε περίπτωση και με δεδομένη την πρόθεση του υπουργείου Ενέργειας να μη θιγούν τα νοικοκυριά από τα υποχρεωτικά μέτρα εξοικονόμησης, η συμβολή των μεγάλων ενεργοβόρων επιχειρήσεων φαντάζει πιο περίπλοκη, αφού οι ώρες αιχμής καταλαμβάνουν και ώρες πλήρους παραγωγικής διαδικασίας.
Κι ενώ οι αποφάσεις για την εξοικονόμηση ενέργειας έχουν ακόμα περιθώριο ημερών ή και εβδομάδων, έως ότου δηλαδή περάσουν κατ’ αρχάς από το Συμβούλιο των Υπουργών Ενέργειας, οι αποφάσεις για τις επιδοτήσεις ειδικά στο φυσικό αέριο, δεν μπορούν να περιμένουν.
Στην πραγματικότητα το ολλανδικό χρηματιστήριο ενέργειας, ο περιβόητος δείκτης TTF, μοιάζει με κινούμενη άμμο, που καθιστά δυσχερή κάθε ασφαλή σχεδιασμό. Πρόθεση του οικονομικού επιτελείου είναι να επιδοτήσει και τη χρήση του φυσικού αερίου, πέρα από τους δικαιούχους επιδόματος θέρμανσης, ωστόσο η διαφορά σε σχέση με πέρσι είναι χαώδης κι αυτό σημαίνει πολύ απλά ότι οι επιβαρύνσεις σε αυτούς τους καταναλωτές θα είναι μεγάλες.
Στην Αθήνα παρακολουθούν με ανακούφιση τις διακυμάνσεις του φυσικού αερίου, που οδεύει για την τρίτη εβδομάδα αποκλιμάκωσης. Μετά το pick στα 333 ευρώ την 26η εβδομάδα, η τιμή του υποχωρεί- έστω με εξάρσεις- και πλέον βρίσκεται κάτω από τα 190 ευρώ, παρά τις απειλές από τη Μόσχα για πλήρη διακοπή της ροής. Αναλυτές εκτιμούν ότι το γεγονός πως ούτως ή άλλως οι ροές είναι εξαιρετικά χαμηλές (20%), σε συνδυασμό με το ότι η Ευρώπη έχει γεμίσει τις αποθήκες κατά 85%, ενδεχομένως σημαίνει ότι δεν θα δούμε ένα νέο ράλι τιμών.
Ακόμα κι έτσι, η τιμή του φυσικού αερίου είναι υψηλότερη κατά 118% από πέρσι κι αυτό σημαίνει πως ακόμα κι η κρατική επιδότηση καλύψει το 50- 60% της αύξησης, όπως είναι το βασικό σενάριο, τα κοινόχρηστα για εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά θα «καίνε»…