Σε καταγγελία προχώρησε ο καθηγητής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης, Βασίλης Τσαουσίδης, με αφορμή την πρόσφατη εμπειρία του στην παραλία «Αμμόλοφοι», όπου έχει γεμίσει ξαπλώστρες. Για άλλη μία φορά επιβεβαιώνεται πως ζούμε στην αθάνατη Ελλαδάρα, που δεν μπορείς να κάνεις καν μπάνιο στη θάλασσα αν δεν πληρώσεις.
Σημειώνεται ότι παρόμοιο περιστατικό για τις ξαπλώστρες έγινε πρόσφατα και στην Κρήτη.
Σύμφωνα με την καταγγελία του καθηγητή στο Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών Δ.Π.Θ., όπως περιγράφει αναλυτικά και στην ανάρτησή του στο Facebook, η συγκεκριμένη παραλία στην Καβάλα είχε κατακλυστεί από ξαπλώστρες συγκεκριμένης επιχείρησης, με αποτέλεσμα τα σημεία για ελεύθερη πρόσβαση να είναι δυσεύρετα.
Όταν η παρέα του καθηγητή βρήκε εν τέλει ελεύθερο σημείο να ακουμπήσει τα πράγματά του «κοντά στα βράχια» και να κάνει μια βουτιά στη θάλασσα, οι υπάλληλοι της επιχείρησης τους πλησίασαν και τους ζήτησαν να απομακρυνθούν, αν δεν κάτσουν στις ξαπλώστρες (οι οποίες προσφέρονταν στην τιμή των 7 ευρώ η μία κι εκείνη την ημέρα οι περισσότερες ήταν άδειες).
Όταν εν τέλει ο καθηγητής αποφάσισε να ζητήσει εξηγήσεις από την Κτηματολογική Υπηρεσία Καβάλας, αλλά και από τον δήμο Παγγαίου, εκεί αντίκρισε, σύμφωνα με την ανάρτηση, την αδιαφορία των δημόσιων υπαλλήλων για το εν λόγω ζήτημα, με αποτέλεσμα να κινηθεί νομικά.
Σημειώνεται, ότι η επιχείρηση υποστήριζε πως έχει άδεια από τον δήμο για τις ξαπλώστρες, ενώ ο ίδιος ο δήμος δεν απάντησε ποτέ θετικά σε αυτή την ερώτηση του καθηγητή, όταν ήρθαν σε τηλεφωνική επικοινωνία.
Ολόκληρη η ανάρτηση του καθηγητή για το περιστατικό με τις ξαπλώστρες στην παραλία
«Από μια βουτιά, στην Εθνική Αρχή Διαφάνειας. Στη διαδρομή μας χθες το απόγευμα για Δράμα, με την Ανθή και την Αγγελική, αποφασίσαμε να κάνουμε μια σύντομη μικρή παράκαμψη και να θυμηθούμε τους αμμόλοφους στη Νέα Πέραμο της Καβάλας. Σκοπός μας ήταν μια γρήγορη βουτιά, μισή-μια ώρα, το πολύ» αναφέρει αρχικά ο κ. Τσαουσίδης.
«Το μπαρ στο οποίο πήγαμε, το πρώτο στη σειρά, δεν είχε αφήσει καθόλου χώρο για ελεύθερους λουόμενους. Αν και σχεδόν όλες οι ξαπλώστρες ήταν άδειες, είχε δεσμευτεί ολόκληρος ο χώρος της παραλίας από άδειες ξαπλώστρες – όπως φαίνεται και από τη φωτογραφία. Το ίδιο συνέβαινε και στη συνέχεια, στα επόμενα μπαρ. Η αναγραφόμενη τιμή για τη χρήση του χώρου 7 ευρώ το άτομο. Αναγκαστήκαμε να βολευτούμε στη μοναδική ελεύθερη γωνιά, κοντά στα βράχια. Σύντομα, λίγο μετά τη βουτιά μας, εμφανίστηκε ο πρώτος εργαζόμενος που μας ζήτησε (με σπαστά ελληνικά) να φύγουμε. Του εξήγησα ευγενικά ότι δεν επιτρέπεται να μας παρενοχλεί και έφυγε. Σε λίγο, εμφανίστηκε ο δεύτερος υπάλληλος, ο οποίος μάζευε αποτσίγαρα· όταν έφτασε στο μέρος μας, μας ζήτησε να αποχωρήσουμε.
Του εξήγησα ότι εφόσον το επιθυμεί μπορεί να φωνάξει την αστυνομία ή να μας κάνει μήνυση – αυτός αποχώρησε πιο εξοργισμένος. Στη συνέχεια, εμφανίστηκε μια κυρία· μας ενημέρωσε οτι δεν είναι το αφεντικό αλλά το κατάστημα έχει άδεια από το δήμο, πληρώνει ένα κάρο λεφτά και πρέπει ή να πληρώσουμε ή να αποχωρήσουμε διότι αδικούμε τους πελάτες που πλήρωσαν. Αποχωρήσαμε λίγο μετά, όταν η καθυστέρησή μας άρχισε ήδη να μας βγάζει εκτός προγράμματος για το ταξίδι μας στη Δράμα» συνεχίζει.
«Το πρωί πήρα τηλέφωνο στον δήμο Παγγαίου. Ο υπάλληλος με ενημέρωσε ότι δεν έχει εκδώσει ο δήμος καμία άδεια μέχρι να παραχωρήσει την αρμοδιότητα της αδειοδότησης για χρήση του αιγιαλού στην Κτηματική Υπηρεσία Καβάλας. Η Κτηματική Υπηρεσία Καβάλας με ενημέρωσε ότι δεν απαντάει σε “πολίτες”, όταν δήλωσα ότι την πληροφορία σχετικά με την παραχώρηση άδειας χρήσης αιγιαλού την ζητώ ως απλός πολίτης. Τελικά, μου έκλεισε το τηλέφωνο. Στο επόμενο τηλεφώνημα, μετά την επιμονή μου, με παρέπεμψε στην αρμόδια υπάλληλο. Η αρμόδια υπάλληλος, αφού μου είπε ότι η προηγούμενη (σ.σ. η διπλανή της) μπορεί και να μη μου έκλεισε το τηλέφωνο και πώς ξέρω ότι μου το έκλεισε και ότι δεν έπεσε η γραμμή, αρνήθηκε να με εξυπηρετήσει. Αρνήθηκε να μου πει αν έχει εκδώσει η υπηρεσία της άδεια χρήσης του αιγιαλού, αρνήθηκε να μου πει γιατί δεν υπάρχει καμία άδεια στη Διαύγεια, με παρέπεμψε στον δήμο Παγγαίου, στη συνέχεια δέχτηκε ότι δεν είναι αρμόδιος πλέον ο δήμος Παγγαίου και μου είπε να κάνω αν θέλω καταγγελία ώστε να έχω έννομο συμφέρον. Ότι τα πράγματα είναι μπερδεμένα και μπορεί να μην έχει άδεια κάποιος αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχει ζητηθεί άδεια ή ότι δεν εμπλέκονται πολλοί φορείς – ΣΤΟ ΜΕΤΑΞΥ βέβαια, οι επιχειρήσεις λειτουργούν. Όταν της εξήγησα ότι για να κάνω καταγγελία πρέπει να γνωρίζω αν και πού ακριβώς έγινε η παράβαση, ποιος την έκανε (θα μπορούσε π.χ. να την έχει κάνει η κτηματική υπηρεσία) αν δηλ. έχει δοθεί άδεια και ποιον χώρο ακριβώς αφορά, μου απάντησε οτι δεν θα απαντήσει σε καμία άλλη ερώτησή μου. Επέμενε να κάνω καταγγελία, αν θέλω στοιχεία. Και έκανα» εξηγεί ο καθηγητής.
Εν συνεχεία, ασκεί κριτική στην αδιαφορία των υπαλλήλων των δύο υπηρεσιών, αλλά και για την κακογουστιά που προξενούν οι ξαπλώστρες, εξηγώντας πως η «καταγγελία μου αφορά την Κτηματική Υπηρεσία Καβάλας, η οποία αρνείται επίμονα να εξυπηρετήσει τους πολίτες, των οποίων τα δικαιώματα είναι αρμόδια να προστατεύει. Περιέγραψα το ιστορικό με τον αιγιαλό, τον εκφοβισμό στον αιγιαλό, την άρνηση εξυπηρέτησης από την Κτηματική Υπηρεσία – στην Αρχή Διαφάνειας.
Είναι πραγματικά κατάντια αυτό που συμβαίνει πλέον με τις ξαπλώστρες, και τις άπειρες κακόγουστες κατασκευές και είναι ντροπή για τις υπηρεσίες που το επιτρέπουν – και στην πράξη το υπερασπίζονται. Άλλο πράγμα η υγιής επιχειρηματικότητα και άλλο η παντελής έλλειψη αισθητικής και η παραβίαση ακόμα και των στοιχειωδών δικαιωμάτων των πολιτών» καταλήγει.