Ένας 52χρονος από τη Θεσσαλονίκη, κρίθηκε αθώος για την κατηγορία της «απόπειρας επικίνδυνης σωματικής βλάβης» από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης, που κατηγορούνταν ότι επιχείρησε να χτυπήσει αστυνομικούς με το αυτοκίνητο και μόλις ξεκίνησαν να τον καταδιώκουν, κάλεσε από το κινητό του τηλέφωνο την αστυνομία, προκειμένου να ζητήσει βοήθεια.
Το περιστατικό σημειώθηκε τα ξημερώματα στις 2 Οκτωβρίου του 2020, στην περιοχή της Χαλκηδόνας Θεσσαλονίκης, όταν ο εν λόγω οδηγός, έχοντας καταναλώσει αλκοόλ, είδε το συμβατικό όχημα του Τμήματος Ασφαλείας να είναι σταματημένο έξω από επιχείρηση που διατηρεί φιλικό του πρόσωπο και πιστεύοντας ότι οι δύο αστυνομικοί με πολιτικά ήταν κλέφτες, σταμάτησε δίπλα τους το αυτοκίνητό του, αλλά, όταν τον πλησίασαν για να του γνωστοποιήσουν την ιδιότητά τους και να τον ελέγξουν εκείνος τράπηκε σε φυγή.
«Εμείς νομίζαμε ότι είναι ο ιδιοκτήτης της εταιρείας και ότι ήρθε επειδή χτυπούσε ο συναγερμός, για να μας δώσει πρόσβαση στον εσωτερικό χώρο για έλεγχο», υπογράμμισε ο ένας αστυνομικός της Ασφάλειας και συμπλήρωσε πως μόλις πλησίασαν τον κατηγορούμενο, προσπάθησε να τους χτυπήσει με το όχημα και στη συνέχεια αποχώρησε.
Ο ίδιος επεσήμανε ότι «νόμιζε ότι πάμε να κλέψουμε την επιχείρηση του φίλου του. Υπήρχε led φάρος στο όχημα, φώναξα “αστυνομία” και πήγα να του δείξω ταυτότητα. Ξεκινήσαμε να τον καταδιώκουμε και δώσαμε σήμα στο Κέντρο της Άμεσης Δράσης, όμως χάθηκε στα στενά» και περιέγραψε ότι λίγη ώρα αργότερα, ο κατηγορούμενος επέστρεψε στην εταιρεία και μόλις βγήκαν στον δρόμο για να τον σταματήσουν εκείνος κινήθηκε απειλητικά κατά πάνω τους με το αυτοκίνητο και επιχείρησε να τους πατήσει.
Μεγάλη ποσότητα αλκοόλ βρέθηκε στον οργανισμό του 52χρονου
Ο 52χρονος τελικά στάθμευσε το αυτοκίνητό του κοντά στο Αστυνομικό Τμήμα της περιοχής, μετά από σήμα αστυνομικών και τότε του πέρασαν χειροπέδες, ενώ διαπίστωσαν ότι είχε καταναλώσει αλκοόλ.
«Μας ανέφερε ότι πίστευε πως ήμασταν κλέφτες και πήγαμε να κλέψουμε την εταιρεία του φίλου του. Μας έδειχνε τις κλήσεις που έκανε στο αστυνομικό τμήμα από το κινητό του την ώρα της καταδίωξης για να ζητήσει βοήθεια. Προσπάθησε να δικαιολογηθεί, όμως το θέμα είναι ότι εγώ δεν θα γυρνούσα στο σπίτι μου και στα παιδιά μου αν δεν προλάβαινα να πηδήξω για να μη με χτυπήσει με το αυτοκίνητο. Τους αστυνομικούς συνήθως τους εξυβρίζουν, αλλά δεν συνηθίζεται να τους πατάνε», σημείωσε ο αστυνομικός.
Στον κατηγορούμενο, ο οποίος έκατσε στο εδώλιο του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου με την κατηγορία της απόπειρας επικίνδυνης σωματικής βλάβης, τελικά αθωώθηκε λόγω αμφιβολιών, ενώ του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης τεσσάρων μηνών με αναστολή, για εξύβριση και οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ.
Ο 52χρονος απέδωσε το περιστατικό σε παρεξήγηση
Στην απολογία του, ο 52χρονος τόνισε ότι «δεν είναι δυνατόν να με βάλετε φυλακή για μια παρεξήγηση», ενώ ζήτησε ξανά συγνώμη από τους αστυνομικούς, πιστεύοντας ότι ήταν κλέφτες που ήθελαν να εισβάλουν στην επιχείρηση του φίλου του.
«Γυρνούσα στο χωριό τα μεσάνυχτα και πήγαινα πολύ σιγά. Τους είδα και σταμάτησα, φορούσαν σκούφο, οι πινακίδες ήταν συμβατικές και δεν είδα φάρο, θεώρησα ότι ήταν κλέφτες. Νόμιζα ότι ο αστυνομικός πήγε να ανοίξει την πόρτα από το αμάξι μου για αυτό έφυγα, λέω κλέφτες είναι. Ήθελα μόνο να αποτρέψω την κλοπή. Πιστεύετε ότι είμαι τόσο χαζός, να με κυνηγάει η αστυνομία και να παίρνω την αστυνομία τηλέφωνο; Θα καταδικαστώ επειδή πήγα να αποτρέψω μια κλεψιά; Ήταν δύο τύποι αξύριστοι, φορούσαν σκούφους και μπουφάν, ποιος κάθετε εκεί τέτοια ώρα;», κατέθεσε και κατέληξε «ούτε κατά διάνοια δεν κινδύνεψε η ζωή τους. Τι είμαι να παίρνω φορά με το αμάξι και να πατάω ανθρώπους στον δρόμο; Δεν ήξερα ότι ήταν αστυνομικοί, έκανα ελιγμούς για να φοβηθούν γιατί νόμιζα ότι είναι κλέφτες και για αυτό πήρα την αστυνομία».